Ανάπτυξη τεστ Λεξιλογίου για την ΣΤ' τάξη του Δημοτικού Σχολείου

 

 

Των:

Δημητρίου Σ. Αλεξόπουλου, Μαρίας Σακελλάρη,

Γιάννη Καλαϊτζίδη, Διαμάντως Φιλιππάτου,

Φωτεινής Πολυχρόνη, Νίκου Μάνεση και Αγγελικής Σηφάκη

 

 

Η γνώση της γλώσσας, δηλαδή η σωστή κατανόηση και έκφραση, προφορική και γραπτή, αποτελεί βασικό παράγοντα επικοινωνίας του ατόμου με τους άλλους. Επομένως, η όσον το δυνατόν καλύτερη γνώση της γλώσσας βοηθάει το άτομο στη γενικότερη γνωστική του ανάπτυξη και συνεπώς στην καλύτερη εκπαίδευσή του κατ' αρχήν και στην ομαλότερη ένταξη του στην κοινωνία αργότερα (Πόρποδας, 1992).

Η γνώση της σημασίας των λέξεων είναι μία μόνο έκφανση  της γνώσης της γλώσσας, αλλά αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, όπως επισημάνθηκε και από τον Τριανταφυλλίδη (1941). Έτσι, από παλαιότερα έχει καταβληθεί προσπάθεια στην Ελλάδα να καταγραφεί το βασικό λεξιλόγιο που χρησιμοποιούν τα παιδιά και να αναπτυχθεί τεστ λεξιλογίου που θα αξιολογεί την ικανότητα των παιδιών τόσο στην αναγνώριση των σημασιακών σχέσεων των λέξεων όσο και στην απόδοση της σημασίας των λέξεων.

Τα πρώτα "βασικά λεξιλόγια" ήταν αυτά των Σακελλαρίου (1940) και Σαφαρίκα (1961). Πρόσφατα, σχετικώς, ο Βάμβουκας (1992), κατασκεύασε ένα τεστ λεξιλογίου που αποτελούνταν από 120 ερωτήσεις-λέξεις για καθεμιά από τις Δ', Ε' και ΣΤ' τάξεις. Τεστ Γλωσσικών Ικανοτήτων-Δυσλειτουργιών κατασκευάστηκε και από τους Πόρποδα, Αλεξόπουλο, Μαλεβίτη και Καμίτση (2000) και Αλεξόπουλο, Πόρποδα, Μαλεβίτη και Καμίτση (2001) που περιλάμβανε τέσσερις περιοχές, Λεξιλόγιο, Ορθογραφία, Μορφολογία και Σύνταξη.

H Haritos-Fatouros (1963) επίσης κατήρτισε ένα Λεξιλόγιο, στο οποίο ζητούνταν από τα παιδιά να δείξουν ότι γνωρίζουν τη σημασία της λέξεως με όποιο τρόπο μπορούσαν. Το τεστ αποτελούνταν από 40 λέξεις.  Το Λεξιλόγιο αυτό   αργότερα χρησιμοποιήθηκε από τον Alexopoulos (1979), αφού απαλείφθηκαν 8 λέξεις, που δεν είχαν ικανοποιητικές ψυχομετρικές ιδιότητες, ως επιμέρους τεστ του WISC-R σε μία έρευνα πανελλαδική.

Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να κατασκευαστεί ένα τεστ Λεξιλογίου για να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών της ΣΤ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου στο μάθημα της γλώσσας αναφορικά με τη γνώση της σημασίας των λέξεων γενικότερα και την αναγνώριση των σημασιακών σχέσεων των λέξεων ειδικότερα.

Μέθοδος

Διαδικασία- Κατάρτιση βασικού λεξιλογίου. Βασιστήκαμε στα εγχειρίδια "Η Γλώσσα" μου  της ΣΤ΄ Δημοτικού και επιλέξαμε  με τυχαία δειγματοληψία αρχικά και συγκεκριμένη διαδικασία στη συνέχεια τριάντα τρεις (33) λέξεις. Επίσης, ελήφθησαν με συγκεκριμένη διαδικασία και δεκαεπτά (17) λέξεις από το "Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής" του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών (Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη) (1999). Έτσι, επιλέχτηκαν πενήντα (50) λέξεις με σκοπό να κατασκευαστεί ένα τεστ με τριάντα (30) ερωτήσεις-λέξεις.

Κατασκευή ερωτήσεων. Οι ερωτήσεις αυτές ήταν πολλαπλής επιλογής με τέσσερις εναλλακτικές απαντήσεις σε κάθε ερώτηση, δηλαδή διδόταν στον μαθητή μία λέξη και ζητούνταν να βρει τι σημαίνει, επιλέγοντας τη σωστή λέξη/απάντηση από τέσσερις εναλλακτικές λέξεις/απαντήσεις που του δίδονταν, η μία από τις οποίες ήταν σωστή.

Συμμετέχοντες και Μέθοδος επιλογής ερωτήσεων.

Πρώτο στάδιο (πρώτη έρευνα). Το τεστ χορηγήθηκε σε πενήντα εννέα (59) μαθητές (32 μαθήτριες και 27 μαθητές) ηλικίας 12 ετών περίπου  της ΣΤ΄τάξης του Δημοτικού τριών σχολείων. Σύμφωνα με τη στατιστική ανάλυση διατηρήθηκαν είκοσι πέντε (25) ερωτήσεις επειδή βρέθηκαν ότι ήταν ικανοποιητικές από στατιστική άποψη και αναθεωρήθηκαν επτά (7).

Δεύτερο στάδιο (δεύτερη έρευνα). Το τεστ χορηγήθηκε πάλι σε 132 μαθητές (70 μαθήτριες και 52 μαθητές) ηλικίας 12 ετών περίπου της ΣΤ' τάξης του Δημοτικού τεσσάρων σχολείων. Χρησιμοποιήθηκαν οι 32 ερωτήσεις από την προηγουμένη έρευνα που βρέθηκαν  ότι είτε είχαν ικανοποιητικές στατιστικές ιδιότητες είτε αναθεωρήθηκαν, και επιπλέον κατασκευάστηκαν 17 νέες ερωτήσεις. Τελικώς, οι 30 πιο ικανοποιητικές ερωτήσεις από στατιστική άποψη αποτέλεσαν το τελικό τεστ.

Αποτελέσματα και Συζήτηση

Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται οι 30 ερωτήσεις που επιλέχτηκαν για να αποτελέσουν το τεστ με τη λέξη-στέλεχος καθεμιάς ερώτησης και το ποσοστό των εξεταζομένων που επέλεξαν κάθε ερώτηση ή δεν απάντησαν στην ερώτηση.


Πίνακας 1

Ερωτήσεις και ποσοστό εξεταζομένων που επέλεξαν κάθε απάντηση

Ερωτήσεις

Ποσοστό εξεταζομένων που επέλεξαν κάθε ερώτηση

1

2

3

4

Δεν απαντά

1.Αδειάζω

24

61

4

9

3

2.Θρηνώ

5

2

4

86

3

3.Αλλάζω

88

3

3

4

2

4.Υποχρέωση

9

10

18

58

5

5.Ερείπια

3

89

2

7

0

6.Λημέρι

6

2

1

87

5

7.Κατάλοιπο

7

8

64

10

11

8.Ταβάνι

79

1

4

11

5

9.Σκυθρωπός

5

6

68

8

14

10.Χωράφι

83

4

2

9

2

11.Δάσκαλος

0

8

92

0

0

12.Ισάξιος

25

41

5

16

14

13.Λίβας

52

7

6

18

17

14.Μπαλκόνι

5

5

11

74

5

15.Κομματιασμένος

83

5

5

2

5

16.Υστερώ

76

8

4

3

9

17.Ανίψι

89

2

1

5

2

18.Αναβιώνω

27

3

62

1

7

19.Μούντζα

83

3

5

7

3

20.Προσδοκία

42

34

8

10

6

21.Εκδίκηση

11

4

82

2

2

22.Λαχανιάζω

8

2

4

85

2

23.Κειμήλιο

5

66

9

14

5

24.Πνοή

2

4

89

1

4

25.Βαρυσήμαντος

19

21

7

41

13

26.Χωριστά

3

2

80

14

2

27.Πεποίθηση

10

9

11

55

15

28.Παράς

8

14

5

63

11

29.Ιδιοτέλεια

11

33

8

30

17

30.Λήγω

5

88

2

3

3

*Με έντονο αριθμό δείχνεται ποια απάντηση είναι η σωστή

 

 

       Παρατηρούμε  ότι οι Ερωτήσεις 2, 3, 5, 6, 7, 9, 10, 11, 13, 14, 15, 16, 17, 19, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 30, δηλαδή είκοσι τρεις ερωτήσεις στις τριάντα, το 77% των ερωτήσεων, απαντώνται περίπου στο ίδιο ποσοστό όσον αφορά τις εσφαλμένες εναλλακτικές απαντήσεις. Επομένως, στον Πίνακα 1 φαίνεται ότι οι ερωτήσεις-λέξεις στελέχη και οι εναλλακτικές απαντήσεις που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ικανοποιητικές σε μεγάλο ποσοστό των ερωτήσεων, 77%, πράγμα που δείχνει ότι, όσον αφορά τις εσφαλμένες εναλλακτικές απαντήσεις, το τεστ περιλαμβάνει ερωτήσεις που ενισχύουν την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του (Αλεξόπουλος, 1998. Murphy & Davidshofer, 1994).

Ο Πίνακας 2 περιλαμβάνει τις 30 ερωτήσεις που επιλέχτηκαν με τη λέξη-στέλεχος, δηλαδή την ερώτηση, τη φόρτιση σε καθεμιά ερώτηση, το δείκτη δυσκολίας της κάθε ερώτησης, τη συνάφεια της καθεμιάς ερώτησης με την υπόλοιπη ολική βαθμολογία του τεστ, τη συνάφεια alpha του Cronbach αν η ερώτηση παραλειφθεί, και το μέσο όρο  της βαθμολογίας της κλίμακας (όλου του τεστ) αν η ερώτηση παραλειφθεί.

Πίνακας 2

Ερωτήσεις, φορτίσεις, δείκτες δυσκολίας ερωτήσεων, συνάφειες ερωτήσεων-ολικού τεστ, συνάφειες alpha αν η ερώτηση παραλειφθεί, μέσος όρος κλίμακας αν η ερώτηση παραλειφθεί

Ερωτήσεις

Στατιστικά χαρακτηριστικά  κάθε ερώτησης

Φόρτιση

Δ/της

δ/λίας

Συν/φεια ερ/σης ολ/κού τεστ

a αν η ερ/ση

παραλ/φθεί

Μ.Ο κλ/κας χωρίς ερ/ση

1.Αδειάζω

.61

.61

.53

.845

20.71

2.Θρηνώ

.61

.86

.52

.847

20.45

3.Αλλάζω

.60

.88

.51

.848

20.44

4.Υποχρέωση

.58

.58

.52

.845

20.73

5.Ερείπια

.54

.89

.44

.849

20.43

6.Λημέρι

.54

.87

.46

.849

20.45

7.Κατάλοιπο

.53

.64

.46

.848

20.68

8.Ταβάνι

.52

.79

.45

.848

20.53

9.Σκυθρωπός

.52

.68

.48

.847

20.64

10.Χωράφι

.51

.83

.43

.849

20.48

11.Δάσκαλος

.47

.92

.42

.850

20.39

12.Ισάξιος

.46

.41

.40

.850

20.91

13.Λίβας

.45

.52

.39

.850

20.80

14.Μπαλκόνι

.44

.74

.37

.850

20.58

15.Κομματιασμένος

.43

.83

.36

.851

20.48

16.Υστερώ

.43

.76

.38

.850

20.56

17.Ανίψι

.42

.89

.36

.851

20.42

18.Αναβιώνω

.41

.62

.36

.851

20.70

19.Μούντζα

.41

.83

.34

.851

20.49

20.Προσδοκία

.40

.34

.35

.851

20.98

21.Εκδίκηση

.40

.82

.31

.852

20.50

22.Λαχανιάζω

.39

.85

.33

.851

20.47

23.Κειμήλιο

.39

.66

.33

.852

20.66

24.Πνοή

.39

.89

.32

.852

20.42

25.Βαρυσήμαντος

.36

.41

.32

.852

20.91

26.Χωριστά

.33

.80

.27

.853

20.52

27.Πεποίθηση

.31

.55

.27

.854

20.77

28.Παράς

.29

.63

.26

.854

20.69

29.Ιδιοτέλεια

.29

.33

.25

.854

20.98

30.Λήγω

.27

.88

.24

.853

20.44

 

Η σειρά των ερωτήσεων στον Πίνακα 2 έγινε σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παραγοντικής ανάλυσης, δηλαδή τις φορτίσεις που έχουν οι διάφορες ερωτήσεις αρχίζοντας από τις ερωτήσεις με τις υψηλότερες φορτίσεις και καταλήγοντας στις ερωτήσεις με τις χαμηλότερες φορτίσεις. Με τη μέθοδο αυτή βρίσκουμε την εγκυρότητα της εννοιολογικής κατασκευής του τεστ, που είναι το βασικό αίτημα κάθε τεστ (Kline, 1993). Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν των κύριων συνιστωσών. Όλες οι φορτίσεις είναι σημαντικές, επειδή είναι μεγαλύτερες από .29, εκτός από μία, την Ερώτηση 30, που έχει φόρτιση .27. Το διάγραμμα των ιδιοτιμών (Cattell, 1966) υπέδειξε ότι μόνον ένας παράγων πρέπει να εξαχθεί που ερμηνεύει το 20.54% της ολικής διακύμανσης του τεστ. Ο παράγων αυτός μπορεί να ονομαστεί "γενική ικανότητα αναγνώρισης σημασιακών σχέσεων". Η λύση αυτή, δηλαδή η εξαγωγή ενός παράγοντα, απεδείχθη ερμηνεύσιμη, οικονομική και καταλήγει σε απλή δομή.

Ο δείκτης δυσκολίας της κάθε ερώτησης δείχνει το ποσοστό των εξεταζομένων που απάντησαν σωστά στην ερώτηση και κυμαίνεται από 0 έως 1. Οι δείκτες δυσκολίας των ερωτήσεων στο τεστ αυτό κυμαίνονται από .33 έως .92. Οι περισσότερες ερωτήσεις έχουν υψηλότερους δείκτες δυσκολίας από την τιμή .50, δηλαδή μπορεί να θεωρηθούν σχετικώς εύκολες. Επίσης, δεν υπάρχει καμία ερώτηση η οποία απαντήθηκε είτε από όλους τους μαθητές είτε από κανένα μαθητή, πράγμα που αποδεικνύει ότι οι ερωτήσεις, όσον αφορά το δείκτη δυσκολίας της ερώτησης είναι ικανοποιητικές.

Η συνάφεια μεταξύ ερώτησης και της υπόλοιπης ολικής βαθμολογίας του τεστ εμφανίζεται στον Πίνακα 2 ότι κυμαίνεται από .24 έως .53. Το ελάχιστο όριο για να περιληφθεί μία ερώτηση στο ολικό τεστ είναι .20 ή .30 (Youngman & Eggleston, n. d. Aiken, 1994). Επομένως, όλες οι ερωτήσεις μπορούν να περιληφθούν στο τεστ.

Ο δείκτης αξιοπιστίας του τεστ βρέθηκε ότι είναι ικανοποιητικός, δηλαδή alpha  του Cronbach .854, επομένως το τεστ είναι αξιόπιστο για τη μέτρηση της ικανότητας των μαθητών να αναγνωρίζουν τις σημασιακές σχέσεις των λέξεων. Περαιτέρω, η συνάφεια αυτή συγκρίνει τη διακύμανση της ολικής βαθμολογίας του τεστ με τη διακύμανση κάθε ερώτησης χωριστά.

Με τη μέθοδο αυτή επιχειρούμε  να μεγιστοποιήσουμε την εσωτερική σταθερότητα του τεστ. Αν η συνάφεια alpha της κάθε ερώτησης είναι υψηλότερη από αυτή του τεστ (.854) αν η ερώτηση παραλειφθεί, τότε η ερώτηση απορρίπτεται. Καμία ερώτηση δεν έχει υψηλότερη συνάφεια alpha αν η ερώτηση παραλειφθεί  από τη συνάφεια alpha όλου του τεστ, επομένως καμία ερώτηση δεν μπορεί να απορριφθεί. Μόνο οι τρεις ερωτήσεις, οι Ερωτήσεις 27, 28 και 29, έχουν την ίδια τιμή με αυτή του ολικού τεστ, επομένως δεν συμβάλλουν στη μέτρηση της ικανότητας αναγνώρισης των σημασιακών σχέσεων των λέξεων.

Ο μέσος όρος του τεστ είναι 21.31. Όλοι οι μέσοι όροι της κλίμακας αν η καθεμιά ερώτηση παραλειφθεί έχουν τιμή χαμηλότερη από την πιο πάνω τιμή. Επομένως, όλες οι ερωτήσεις συμβάλλουν στη μέτρηση της ικανότητας της γνώσης του λεξιλογίου από τους μαθητές.

Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι το τεστ αυτό έχει ικανοποιητικές ψυχομετρικές ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αξιολόγηση γενικότερα της γνώσης του λεξιλογίου από τους μαθητές της ΣΤ' τάξης, και ειδικότερα για την αναγνώριση των σημασιακών σχέσεων των λέξεων.

 

 

Βιβλιογραφία

Aiken, L. R. (1994). Psychological testing and assessment (8th ed.). Boston: Alyn and Bacon

Alexopoulos, D. (1979). Revision and standardization of the Wechsler Intelligence Scale for Children (WISC-R) for the age range 13-16 years in Greece. Ph. D. thesis, University of Wales, University College, Cardiff.

Αλεξόπουλος, Δ. Σ. (1998). Ψυχομετρία: Σχεδιασμός τεστ και ανάλυση ερωτήσεων: Τόμος Α΄. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Αλεξόπουλος, Δ., Πόρποδας, Κ., Μαλεβίτη, Γ., Καμίτση, Ε., (2001). Ανάπτυξη και στάθμιση του τεστ γλωσσικών ικανοτήτων για εφήβους 15 έως 18 ετών. Προφορική παρουσίαση στο 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχολογικής έρευνας, Αλεξανδρούπολη.

Βάμβουκας, Μ. (1992). Η αναγνώριση των σημασιακών σχέσεων των λέξεων από μαθητές του Δημοτικού Σχολείου. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.

Cattell, R. B. (1996). The scree test for the number of factors. Multivariate Behavioral Research, 1, 245-276.

Haritos-Fatouros, M. (1963). A study of the WISC applied for Greek schoolchildren. Unpublished Master's thesis: University of London.

Kline, P. (1993). The handbook of psychological testing. London: Routledge.

Murphy, K. R. & Davidshofer, C. O. (1994). Psychological testing: Principles and applications. Englewood Cliff, NJ: Prentice Hall.

Πόρποδας, Κ. Δ. (1992). Θέματα ψυχολογίας της γλώσσας-λύση προβλημάτων. Αθήνα: Αυτοέκδοση.

Πόρποδας, Κ. Δ., Αλεξόπουλος, Δ. Σ., Μαλεβίτη, Γ., Καμίτση, Ε., (2000). Ανάπτυξη και στάθμιση ψυχολογικών τεστ αξιολόγησης γλωσσικών ικανοτήτων-δυσλειτουργιών. Πάτρα: Ανέκδοτη εργασία (ΕΠΕΑΕΚ).

Σακελλαρίου, Γ. (1940). Αι χίλιαι μάλλον χρησιμοποιούμεναι λέξεις της ελληνικής γλώσσης. Θεσσαλονίκη: Θεοδωρίδου.

Σαφαρίκας, Α. (1961). Έρευνα επί του βασικού λεξιλογίου των Ελλήνων μαθητών. Αθήνα: Νίκη.

Τριανταφυλλίδης, Μ. (1941). Νεοελληνική γραμματική. Αθήνα: ΟΕΔΒ.

Youngman, M. B.  & Eggleston, J. E. (n. d.).Constructing tests and scales. Berkshire: Nottingham University.