Κοινωνική διάσταση των προβλημάτων και στάσεων των εφήβων των αστικών κέντρων (έρευνα),

 

 

Της Ιωάννας Κ. Μάνου

Διδάκτωρ Ψυχοπαιδαγωγικής

 του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

Στην Ελλάδα η καθαρά επιστημονική προσπάθεια μελέτης της εφηβικής ηλικίας άρχισε το 1923 με τη δημοσίευση μιας εργασίας του Γ. Σακελλαρίου για την επαγγελματική κατεύθυνση και με σειρά άλλων εργασιών και ερευνών.

Ακολούθησαν πολλές άλλες εργασίες και έρευνες άλλων παιδαγωγών, ψυχολόγων και εκπαιδευτικών.

Η παρούσα έρευνα σίγουρα εντάσσεται στα πλαίσια των παραπάνω προσπαθειών και σίγουρα προσθέτει ένα λιθαράκι στην τομέα της διερεύνησης των θεμάτων και προβλημάτων των εφήβων σε συσχέτιση με την κοινωνικής τους διάσταση.

Η έρευνα διαιρείται σε δύο μέρη:

Το πρώτο μέρος αποτελείται από δύο κεφάλαια και είναι εισαγωγικό της κυρίως έρευνας.

Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στα βασικά προβλήματα της εφηβικής ηλικίας, ώστε να αποτελέσει αυτό τη θεωρητική βάση για τη διερεύνηση αργότερα της κοινωνικής διάστασης των προβλημάτων και στάσεων των εφήβων των αστικών κέντρων.

Στο δεύτερο κεφάλαιο συζητείται το πρόβλημα της κοινωνικής ανισότητας και διαφοροποίησης της επίδοσης στην εκπαίδευση. Γίνεται συνοπτική παρουσίαση βασικών ερευνών για το θέμα αυτό και διαπιστώνεται πέρα από κάθε αμφιβολία ότι η σχολική επίδοση είναι υπόθεση ταξικής προέλευσης των μαθητών.

Το δεύτερο μέρος αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια της κυρίως έρευνας, που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα αν και τα προβλήματα και οι στάσεις των εφήβων υπόκεινται σε διαφοροποιήσεις εξαιτίας της ταξικής προέλευσης των παιδιών, της κοινωνικής διάστασης γενικότερα.

Στο πρώτο κεφάλαιο οριοθετείται και διατυπώνεται το ερευνητικό πρόβλημα. Ειδικότερα γίνεται γενική διατύπωση του προβλήματος, ανασκοπείται η σχετική βιβλιογραφία και διατυπώνονται συγκεκριμένες υποθέσεις.

Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται ο σχεδιασμός της ερευνητικής διαδικασίας. Ειδικότερα, γίνεται περιγραφή του δείγματος, των μέσων συλλογής των δεδομένων και της διαδικασίας συλλογής των δεδομένων.

Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στη συλλογή των ερευνητικών δεδομένων.

Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται ανάλυση και ερμηνεία των ερευνητικών δεδομένων. Ειδικότερα, παρουσιάζονται τα ευρήματα και η στατιστική τους επεξεργασία, γίνεται παρουσίαση των σημαντικών διαφορών σε σχέση με τις επιλεγείσες μεταβλητές, καθώς και κριτική αξιολόγηση και σχολιασμός των ευρημάτων. Τέλος διατυπώνονται τα συμπεράσματα και γίνονται προτάσεις.

 

Διατύπωση συμπερασμάτων – Προτάσεις

Στην έρευνά μας για την κοινωνική διάσταση των θεμάτων και των προβλημάτων των εφήβων των αστικών κέντρων θα μπορούσαμε να πάρουμε με τις 107 ερωτήσεις για τις 8 περιπτώσεις των μεταβλητών (φύλο, επάγγελμα, μόρφωση, κλπ.) 856 θεωρητικές συχνότητες σημαντικών διαφορών. Τελικά οι παρατηρηθείσες συχνότητες σημαντικών διαφορών ήταν μόνο 151, δηλαδή μόνο το 17% περίπου των συνολικών περιπτώσεων.

Οδηγούμαστε, ως εκ τούτου, στη διατύπωση ενός σημαντικού συμπεράσματος που προέκυψε από την παρούσα έρευνα και που έχει ως εξής:

«Τα προβλήματα και οι στάσεις των εφήβων των αστικών κέντρων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δε διαφοροποιούνται σε σχέση με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γονέων».

Επιμέρους συμπεράσματα είναι και τα ακόλουθα σε σχέση με το 17% των περιπτώσεων σημαντικής διαφοράς:

1)  Η σωματική ανάπτυξη των εφήβων είναι ικανοποιητική, παρά το γεγονός ότι διαπιστώθηκε σημαντική διαφορά ως προς το ύψος και βάρος των εφήβων της ανώτερης και κατώτερης τάξης, υπέρ της ανώτερης τάξης φυσικά.

2)  Όλοι οι έφηβοι ανεξαιρέτως ζητούν διαφώτιση για τα γενετήσια προβλήματά τους.

3)  Τα αγόρια πιστεύουν ακόμα και σήμερα πως αποτελούν «το ισχυρό φύλο» και πως οι διαφορές ανάμεσα στα φύλα σημαίνουν ανισότητα των δύο φύλων.

4)  Όλοι οι έφηβοι ανεξαιρέτως δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο αθλητικό παράστημα των συνομηλίκων που συγκροτούν την παρέα.

5)  Επιθυμούν να γίνονται τα μαθήματα έτσι, ώστε να αποστηθίζουν μόνο τα βασικά σημασία και πιο πολύ να κρίνουν, να προβληματίζονται πάνω σ’ αυτά και να δημιουργούν.

6)  Επιθυμούν οι πολύ έξυπνοι μαθητές (μαθήτριες) και οι πολύ αδύνατοι (αδύνατες) να πηγαίνουν σε χωριστά σχολεία ειδικά γι’ αυτούς.

7)  Στο συναισθηματικό τομέα διαπιστώθηκε πως τα κορίτσια έχουν περισσότερα προβλήματα σε σχέση με τα αγόρια και μάλιστα είναι ιδιαίτερα έντονες σε συναισθηματικές καταστάσεις του θυμού, της αλλαγής διάθεσης, της μελαγχολίας, της ονειροπόλησης, του φόβου, του θαυμασμού και της αντιπάθειας.

8)  Τα κορίτσια έχουν περισσότερα προβλήματα με τους γονείς σε σχέση με τα αγόρια, αλλά γενικά οι γονείς και ιδιαίτερα οι πατεράδες είναι πιο αυστηροί με τα αγόρια.

9)  Τα κορίτσια έχουν λιγότερα προβλήματα με τους εκπαιδευτικούς σε σχέση με τα αγόρια και ιδιαίτερα οι έφηβοι της κατώτερης κοινωνικά τάξης.

10) Τα αγόρια επιθυμούν περισσότερο σε σχέση με τα αγόρια τη συμμετοχή τους στις ομάδες φιλίας (παρέες).

11)Στο θέμα των σχέσεων των δύο φύλων δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα αγόρια και τα κορίτσια που ζητούν έντονα γενετήσια διαφώτιση από τους ειδικούς.

12) Τα κορίτσια έχουν, σε σχέση με τα αγόρια, περισσότερα προβλήματα με τα επαγγελματικά ενδιαφέροντα και τις επαγγελματικές επιδιώξεις.

13) Οι έφηβοι των κατώτερης τάξης οδηγούνται ενωρίτερα σε πρακτικά επαγγέλματα, ενώ οι έφηβοι της ανώτερης τάξης προτιμούν σπουδές που οδηγούν σε ανώτερα επαγγέλματα.

14) Δεν μένουν ικανοποιημένοι από τον επαγγελματικό προσανατολισμό που τους γίνεται και ζητούν πιο συστηματική ενημέρωση γύρω από αυτό το θέμα.

15)       Τα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια έχουν γενικά περισσότερα προβλήματα φιλοσοφικά – ηθικά ή στάσης στη ζωή και μάλιστα πιο έντονα οι νέοι της ανώτερης τάξης.

16) Τα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια αγωνιούν περισσότερο για τη μόλυνση της ατμόσφαιρας, έχουν μεγαλύτερο άγχος για πυρηνικό πόλεμο, βασανίζονται περισσότερο με την ιδέα του θανάτου, νιώθουν μεγαλύτερο αβεβαιότητα και ανασφάλεια αλλά αντιμετωπίζουν τη ζωή με θάρρος και υπευθυνότητα.

17)       Τα αγόρια είναι περισσότερο αισιόδοξα απέναντι στη ζωή.

 

       Μετά τα παραπάνω γίνονται οι ακόλουθες προτάσεις:

1)Η σημερινή ικανοποιητική σωματική ανάπτυξη των εφήβων πρέπει να διατηρηθεί και να ενισχυθεί με το πέρασμα όλων των παιδιών στο στίβο για σωματική αγωγή και με ικανοποιητική διατροφή. Οι έφηβοι δίνουν ιδιαίτερη σημασία στο αθλητικό παράστημα.

2)Υπεύθυνοι εκπαιδευτικοί πρέπει να προσφέρουν γενετήσια διαφώτιση στους εφήβους σε ατομική ή ομαδική βάση.

3)Οι εκπαιδευτικοί, αλλά και οι γονείς είναι ανάγκη να φροντίσουν, ώστε να εξαλειφθεί από τα αγόρια, η αντίληψη ότι αποτελούν το «ισχυρό φύλο» και ότι οι παρατηρούμενες διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα σημαίνουν ανισότητα των δύο φύλων.

4)Αυτό που θεωρητικά υποστηρίζουν οι παιδαγωγοί εδώ και δύο δεκαετίες, πρέπει να το υλοποιήσουν οι εκπαιδευτικοί στην πράξη, να αναπτύσσουν δηλαδή τη δημιουργική σκέψη των εφήβων, περιορίζοντας τη στείρα απομνημόνευση.

5)Οι αυξημένες ικανότητες και ενδιαφέρονται των πολύ έξυπνων μαθητών να ικανοποιούνται με διαφόρους τρόπους σε κανονικά σχολεία και οι πιο αδύνατοι μαθητές να εξυπηρετούνται σε κανονικές τάξεις με ενισχυτική διδασκαλία.

6)Η ατμόσφαιρα της τάξης να είναι συναισθηματικά ήρεμη, ώστε να εξυπηρετείται η συναισθηματική ισορροπία των παιδιών και ιδιαίτερα των κοριτσιών.

7)Να ενθαρρύνονται οι σωστές – στοργικές σχέσεις ανάμεσα στους εφήβους.

8)Να προβλέπεται συστηματικός επαγγελματικός προσανατολισμός για τους εφήβους.

9)Να υποβοηθούνται, κυρίως από τους εκπαιδευτικούς, στην επίλυση των φιλοσοφικών – ηθικών προβλημάτων τους και στην επιδίωξη σωστών (θετικών) στάσεων στη ζωή.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Γεώργα, Δ. (1983) Κοινωνική Ψυχολογία, τομ. Α, Β, Γ., Αθήνα.

Jersild, A. (1963), «The Psychology of Adolescence», Ontario, Toronto.

Κασσωτάκη, Μ. (1979), Ο έφηβος και τα προβλήματά του: Αθήνα.

Μάνου Κ. Ι. (2000) Κοινωνική διάσταση των προβλημάτων και στάσεων των παιδιών των αστικών κέντρων. Διδακτορική διατριβή. Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα.

Μάνος Κ., (1997) Ψυχολογία του εφήβου, έκδ. Γρηγόρη, Αθήνα.

Παπαστάμου Στάμος, (1989). Εγχειρίδιο Κοινωνικής Ψυχολογίας, Αθήνα.

Παρασκευόπουλος, Ι. (Χ.Χ.) Εξελικτική ψυχολογία, τομ. 4. Αθήνα.

Ρήγα Β. (1997) Κοινωνικές αναπαραστάσεις και ψυχοκοινωνική ταυτότητα. έκδ. Μαυρομάτη, Αθήνα.

Τζάνη Μ. (1988) Σχολική αποτυχία (ζήτημα ταξικής προέλευσης και κουλτούρας, έκδ. Γρηγόρη, Αθήνα.

10)  Φραγκουδάκη, Α. (1978). Τα αναγνωστικά του Δημοτικού, έκδ. Θεμέλιο, Αθήνα.