Η χρήση του Διαδικτύου στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Δυνατότητες και κίνδυνοι

στην εποχή της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης.

 

Της Μαρίας Δασκολιά

Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

ABSTRACT: Cultural globalisation is conceived as one of the sub-fields or as the core process of globalisation. In either case, it is acknowledged to contribute to the formation of a new social reality that is based on the prevalence of common socio-cultural meanings, schemes and structures. The role of Education in the management of the phenomenon of cultural globalisation is argued to be twofold: to ward off the emergent dangers, as well as to promote a new vision for a more just, equitable and sustainable world. To attain this dual goal, Education should be reoriented towards the incorporation of new educational contents, practices and tools. It is within this rationale that we suggest the utilization of a modern technological application, Internet, as a teaching tool in an innovative educational practice, Environmental Education (EE). First, the appropriateness and effectiveness of our proposition, as a reactive act from the part of Education to cultural globalisation, is reasoned. Secondly, the utilization of Internet as a teaching tool in the practice of EE is discussed, both in terms of its relevance to EE directive principles as well as in terms of its contribution to the promotion of EE goals.

 

Πολιτισμική παγκοσμιοποίηση και η νέα πραγματικότητα

Ανάμεσα στις έννοιες που βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο ενός διευρυμένου κοινωνικού διαλόγου είναι και εκείνη της παγκοσμιοποίησης. Ήδη από τα μέσα της περασμένης δεκαετίας, οι προβλέψεις των διεθνών εμπειρογνωμόνων σε θέματα πολιτισμού και εκπαίδευσης (UNESCO, 1996, σελ. 34 · UNESCO, 1998, σελ. 2) συμφωνούσαν ότι η παγκοσμιοποίηση πρόκειται να αποτελέσει κυρίαρχη δύναμη στον 21ο αιώνα. Οι εκτιμήσεις αυτές φαίνεται ότι θα επιβεβαιωθούν, καθώς, όπως όλα δείχνουν, από τις αρχές του νέου αιώνα μία νέα κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα αρχίζει σιγά-σιγά να διαγράφεται.

Ποιος είναι ο ρόλος της παγκοσμιοποίησης στη διαμόρφωση αυτής της νέας πραγματικότητας; Αν και ως φαινόμενο η παγκοσμιοποίηση έχει συνδεθεί κυρίως με μία σειρά διεθνών οικονομικών εξελίξεων και πολιτικών αλλαγών, το πεδίο εμβέλειάς της δεν περιορίζεται σε αυτά. Αποτελώντας, βασικά, μια δυναμική, ενοποιητική διαδικασία, η παγκοσμιοποίηση επεκτείνεται και επηρεάζει το σύνολο της κοινωνικής ζωής και της πολιτισμικής έκφρασης. Σύμφωνα με ορισμένους, μάλιστα, η επίδραση της παγκοσμιοποίησης εστιάζει κατά κύριο λόγο σε πολιτισμικό επίπεδο (Πλειός, 1998, σελ. 201). Έτσι, αρκετοί είναι εκείνοι που χρησιμοποιούν πλέον τον όρο “πολιτισμική παγκοσμιοποίηση” με μία από τις ακόλουθες σημασίες:

·       είτε ως ειδική αναφορά σε μία από τις πολλές επιμέρους διαστάσεις του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης

·       είτε για τον καλύτερο προσδιορισμό του συνολικού φαινομένου της παγκοσμιοποίησης, με βάση αυτό που θεωρούν ως την κεντρική λειτουργία του, μια πολιτισμική διεργασία οικουμενικοποίησης ή ομογενοποίησης: τρόπων σκέψης, τρόπων συμπεριφοράς, κοινωνικών σχέσεων, αξιακών συστημάτων κ.ο.κ. (Πλειός, ό.π.).

Πάντως, εάν ήταν να δώσουμε έναν ορισμό σχετικά με το τι αποτελεί “πολιτισμική παγκοσμιοποίηση”, θα λέγαμε ότι είναι ταυτόχρονα το αποτέλεσμα και η διαδικασία διαμόρφωσης μιας νέας παγκόσμιας κοινότητας, πάνω στη βάση της επικράτησης κοινών κοινωνικο-πολιτισμικών νοημάτων, σχημάτων και δομών. Αναμφισβήτητα, σε αυτή τη νέα πραγματικότητα οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι πολλοί. Μεγάλες είναι όμως και οι δυνατότητες που ανοίγονται για ένα καλύτερο μέλλον των ανθρώπινων κοινωνιών.

 

Η Εκπαίδευση ως αντί-δραση στην πολιτισμική παγκοσμιοποίηση

Ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος της Εκπαίδευσης στο πλαίσιο αυτής της νέας πραγματικότητας, η οποία ορίζεται από φαινόμενα όπως εκείνο της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης;

Η Εκπαίδευση, προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της νέας αυτής πραγματικότητας, είναι ανάγκη να λάβει μια πιο κριτική και ενεργητική θέση απέναντι σε αυτή. Πιο συγκεκριμένα, με το να αποτελεί και η ίδια ένα από τα πεδία της παγκοσμιοποίησης (Πλειός, 1998), η συμβολή της θα πρέπει κατά τη γνώμη μας να είναι η εξής:

à  αφενός να επιχειρήσει να αποσοβήσει κατά το δυνατόν τους κινδύνους που συνδέονται με το φαινόμενο της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης

à  αφετέρου να εκμεταλλευτεί τα ίδια τα μέσα και τις διαδικασίες που χρησιμοποιεί η παγκοσμιοποίηση, προκειμένου να προωθήσει ένα παγκόσμιο όραμα για ένα πιο δίκαιο, ισότιμο και βιώσιμο κόσμο.

Θεωρούμε ότι αυτή η διττή στάση - αντίδραση της Εκπαίδευσης στις διαδικασίες πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, θα μπορούσε να προωθηθεί καλύτερα, εάν ως επίκεντρο των πολιτικών και των δράσεών της ετίθετο, αφενός η ενδυνάμωση του πολίτη αφετέρου η καλλιέργεια ενός νέου ήθους για μια αρμονικότερη σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους και με τον κόσμο που τους περιβάλλει. Σε επίπεδο εκπαιδευτικών και διδακτικών επιλογών, αυτός ο αναπροσανατολισμός της Εκπαίδευσης θα απαιτούσε:

1)     Την αναδιάρθρωση και την ανανέωση των διδακτικών αντικειμένων και των παιδαγωγικών πρακτικών.

2)     Την κατάλληλη διδακτική αξιοποίηση των ίδιων των μέσων που χρησιμοποιεί η παγκοσμιοποίηση, με σκοπό την προώθηση των δυνατοτήτων και την αντιμετώπιση των αρνητικών συνεπειών που αυτή επιφέρει.

Στη συνέχεια, θα επιχειρήσουμε να δώσουμε απάντηση σε δύο ερωτήματα: Το πρώτο ερώτημα αφορά στο εάν αποτελεί κατάλληλη και αποτελεσματική πρόταση αντίδρασης στην πολιτισμική παγκοσμιοποίηση ο συνδυασμός μιας καινοτόμου εκπαιδευτικής πρακτικής, της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Π.Ε.), και μιας σύγχρονης τεχνολογικής εφαρμογής, εκείνης του Διαδικτύου. Το δεύτερο ερώτημα θέτει το θέμα του κατά πόσο η συγκεκριμένη πρόταση είναι συμβατή με τις αρχές της Π.Ε. και εάν εξυπηρετεί τους σκοπούς και τους στόχους της.

 

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Διαδίκτυο: μία πρόταση αντί-δρασης στην πολιτισμική παγκοσμιοποίηση;

Η επιλογή της Π.Ε. ως μιας κατάλληλης εκπαιδευτικής πρακτικής, η οποία θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στην προσπάθεια διαχείρισης του φαινομένου της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, βασίστηκε σε μία σειρά από κριτήρια. Τα κριτήρια αυτά, τα οποία παρατίθενται στη συνέχεια, αναζητήθηκαν στο πλαίσιο μιας κριτικής θεώρησης του προβληματισμού που αναπτύχθηκε σε σχέση με την αναγκαιότητα και τον σκοποθετικό προσανατολισμό της Π.Ε. (βλ. σχετικά: Η Χάρτα του Βελιγραδίου, 1975/ Δανασσής-Αφεντάκης, 1997, σελ. 61-66/ Φλογαΐτη, 1993, σελ. 112-113/ Γεωργόπουλος & Τσαλίκη, 1993, σελ. 44-45/ Sauvé, 1994, σελ. 52-53):

¨    Η Π.Ε. συνιστά μια καινοτόμο εκπαιδευτική παρέμβαση επικεντρωμένη σε προβλήματα που σχετίζονται άμεσα με τη σύγχρονη πραγματικότητα, τα οποία επιχειρεί να εξετάσει μέσα από την τοπική όσο και μέσα από την παγκόσμια διάστασή τους.

¨    Αναπτύχθηκε στο πλαίσιο μιας προβληματικής που αντιμετωπίζει την οικολογική κρίση ταυτόχρονα και ως κοινωνική και πολιτισμική.

¨    Συνιστά μια ιδιαίτερα ριζοσπαστική πρόταση θεώρησης του περιβαλλοντικού ζητήματος, εστιάζοντας κατά κύριο λόγο στα συστήματα αξιών των ανθρώπων και των κοινωνιών ως υπεύθυνα για τις επιλογές και τους τρόπους συμπεριφοράς τους.

¨    Συνδέει τη διέξοδο από την οικολογική κρίση με την ανάγκη ανάπτυξης μιας παγκόσμιας περιβαλλοντικής ηθικής. Θέτει δε ως κεντρικό σκοπό αυτής την καλλιέργεια περιβαλλοντικά υπεύθυνων και ενεργών πολιτών.

¨    Τέλος, υιοθετεί ένα όραμα για ένα πιο δίκαιο, ισότιμο και βιώσιμο μέλλον των ανθρώπινων κοινωνιών, προσβλέποντας ταυτόχρονα στη διασφάλιση της ποιότητας του περιβάλλοντος και στην προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη των ατόμων και των κοινωνιών.

Για τους λόγους που προαναφέραμε, κρίναμε ότι η Π.Ε. έχει τον ανάλογο προσανατολισμό, διαθέτει την κατάλληλη ιδεολογική βάση και το απαιτούμενο πλαίσιο σκοπών και στόχων, ώστε να μπορεί να αξιοποιηθεί από την Εκπαίδευση, σε μια προσπάθεια αντί-δρασης σε φαινόμενα όπως αυτό της παγκοσμιοποίησης. Από αυτή τη σύζευξη θα μπορούσε, μάλιστα, να ωφεληθεί και η ίδια, αξιοποιώντας τον προβληματισμό και τη γνώση για τα μέσα και τις διαδικασίες επίτευξης της παγκοσμιοποίησης.

Όσον αφορά στο δεύτερο σκέλος της πρότασής μας, σχετικά με την αξιοποίηση της χρήσης του Διαδικτύου με σκοπό την ενίσχυση της προσπάθειας αντίδρασης στην πολιτισμική παγκοσμιοποίηση, η επιλογή μας αυτή κρίθηκε κατάλληλη για τους ακόλουθους λόγους:

·       Η τεχνολογία γενικά αναγνωρίζεται ως ένα από τα σημαντικά πεδία αλλά και τα μέσα που συντελούν στην παγκοσμιοποίηση (Πλειός, 1998, σελ. 191).

·       Ειδικά η επέκταση των δικτύων επικοινωνίας, βασική διάσταση και συνιστώσα της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης, καθίσταται δυνατή με την ανάπτυξη των τεχνολογιών ενημέρωσης και πληροφόρησης (UNESCO, 1998, σελ. 14).

·       Την ίδια στιγμή, η Εκπαίδευση διεθνώς στρέφεται ολοένα και περισσότερο σε νέες μορφές εκπαιδευτικής γνώσης, οι οποίες συνδέονται με τις νέες τεχνολογίες, τις τηλεπικοινωνίες και την επικοινωνία γενικότερα (Πλειός, 1998, σελ. 206).

Χαρακτηριστική περίπτωση μιας τέτοιας σύγχρονης τεχνολογικής εφαρμογής, η οποία συνδυάζει όλα τα παραπάνω, είναι το Διαδίκτυο. Για τους λόγους αυτούς, νομιμοποιείται να είναι ανάμεσα στα μέσα εκείνα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από την Εκπαίδευση, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας αντιμετώπισης του φαινομένου της πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης.

 

Η διδακτική αξιοποίηση του Διαδικτύου στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: μια συμβατή και γόνιμη σύζευξη;

Έχοντας, επομένως, καταλήξει ότι τόσο η εφαρμογή της Π.Ε. όσο και η αξιοποίηση της χρήσης του Διαδικτύου στην εκπαιδευτική διαδικασία συνιστούν κατάλληλη πρόταση αντίδρασης στην πολιτισμική παγκοσμιοποίηση, θα εξετάσουμε τώρα: (α) κατά πόσο η συγκεκριμένη πρόταση είναι συμβατή με τις αρχές της Π.Ε. και (β) εάν εξυπηρετεί τους στόχους που θέτει η Π.Ε.

Προτού, όμως, δώσουμε απάντηση σε αυτά τα δύο ερωτήματα, θα πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι είναι Διαδίκτυο ή αλλιώς Internet, όπως έχει ευρύτερα επικρατήσει ως όρος:

·       Κατά πρώτον, το Διαδίκτυο είναι ένα σύγχρονο μέσο διαχείρισης και διάδοσης της πληροφορίας. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια τεχνολογική εφαρμογή με δυνατότητες να λαμβάνει, να αποθηκεύει, να οργανώνει και να μεταδίδει πληροφορίες γύρω από ένα ευρύτατο πεδίο θεμάτων.

·       Παράλληλα, το Διαδίκτυο αποτελεί δίκτυο επικοινωνίας, όχι μόνο επειδή παρέχει τη δυνατότητα ταχύτατης μετάδοσης της πληροφορίας, και μάλιστα σε ένα θεωρητικά απεριόριστο αριθμό αποδεκτών, αλλά και γιατί διευκολύνει την προσωπική επαφή και την ανταλλαγή πληροφοριακών δεδομένων, ιδεών και εμπειριών μεταξύ ατόμων, ομάδων και οργανισμών.

Με αυτή τη διττή λειτουργία του θεωρούμε ότι το Διαδίκτυο μπορεί να αποτελέσει διδακτικό εργαλείο συμβατό με τις αρχές της Π.Ε. και ικανό να προωθήσει την επίτευξη των στόχων της. Πιο συγκεκριμένα, σε επίπεδο στόχων [1]:

1)     Το Διαδίκτυο διευρύνει και ενισχύει πρώτα απ’ όλα την επίτευξη των γνωστικών στόχων της Π.Ε. Η αξιοποίησή του στη διδακτική διαδικασία παρέχει σε όλους τους συμμετέχοντες τη δυνατότητα εύκολης πρόσβασης στην περιβαλλοντική πληροφόρηση. Με αυτόν τον τρόπο, μαθητές και εκπαιδευτικοί έχουν την ευκαιρία όχι μόνο να συνειδητοποιήσουν την ύπαρξη, την έκταση και τη σοβαρότητα ενός περιβαλλοντικού προβλήματος, αλλά και να το κατανοήσουν καλύτερα, αξιοποιώντας αυτά που μπορεί να τους παρέχει το Διαδίκτυο: δηλαδή, ένα πλήθος από πληροφοριακά στοιχεία, προερχόμενα από περισσότερες της μιας πηγές και παρουσιασμένα με περισσότερους του ενός τρόπους.

2)     Η χρήση του Διαδικτύου μπορεί ακόμη να συμβάλει και στην προαγωγή στόχων του συναισθηματικού τομέα, κυρίως χάρη στη μεταφορά της τεχνολογίας των πολυμέσων στην εκπαιδευτική διαδικασία (Τσολακίδης, 1997, σελ. 13) και, ιδιαίτερα, μέσα από τη δύναμη της εικόνας. Αντίστοιχα, ευνοείται και η καλλιέργεια συγκεκριμένων δεξιοτήτων και ικανοτήτων, όπως είναι εκείνες της προσωπικής αναζήτησης, της επιλογής και της αξιοποίησης της περιβαλλοντικής πληροφορίας, επικοινωνιακές δεξιότητες και ικανότητες κ.α., οι οποίες θεωρούνται απαραίτητες για την αναγνώριση και την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.

3)     Τέλος, η χρήση του Διαδικτύου παρέχει τη δυνατότητα δημιουργίας δικτύων επικοινωνίας μεταξύ μαθητών και των σχολείων τους, μεταξύ απλών πολιτών ή και περιβαλλοντικών οργανώσεων (Ομάδα Περιβάλλοντος ΙΑΑΚ-ΕΚΚΕ, 1997, σελ. 5). Διευκολύνει με τον τρόπο αυτό την ανταλλαγή πληροφοριών, ιδεών και εμπειριών σχετικών με το περιβάλλον και συμβάλλει στην ανάπτυξη προγραμμάτων συνεργασίας και στην εφαρμογή κοινών σχεδίων δράσης σε τοπικό ή διακρατικό επίπεδο. Έτσι, ενισχύεται και προωθείται η επίτευξη στόχων της Π.Ε. που σχετίζονται με την ανάπτυξη της δυνατότητας ενεργού συμμετοχής των πολιτών στην επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Όσον αφορά στην ύπαρξη συμβατότητας ανάμεσα στην αξιοποίηση της χρήσης του Διαδικτύου στην εκπαιδευτική πρακτική της Π.Ε. και στις κατευθυντήριες αρχές της [2], θεωρούμε ότι οι νέες διδακτικές και μαθησιακές δυνατότητες, οι οποίες δημιουργούνται μέσα από την αξιοποίηση του Διαδικτύου στην Π.Ε., συνάδουν με τις περισσότερες από τις βασικές αρχές της Π.Ε., χωρίς να αντιβαίνουν στην επίτευξη των υπολοίπων. Πιο συγκεκριμένα, η εισαγωγή της χρήσης του Διαδικτύου στην Π.Ε. συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των ακόλουθων αρχών:

1)     Να αποτελέσει η Π.Ε. μια διαβίου μορφωτική διαδικασία. Εκτός από τη δυνατότητα που προσφέρει στο ευρύ κοινό για εύκολη και άμεση πρόσβαση στην επιστημονική πληροφόρηση, το Διαδίκτυο καθιστά προσιτή και αποτελεσματική την εφαρμογή μεθόδων τηλεκπαίδευσης (Τσολακίδης, 1997, σελ. 13). Επεκτείνονται τα όρια του παραδοσιακού σχολείου μέσα από νέα εκπαιδευτικά δίκτυα και μαθησιακά περιβάλλοντα (Rohwedder, & Alm, 1994) και με τον τρόπο αυτό, η εκπαιδευτική πράξη της Π.Ε. γίνεται ανεξάρτητη από το χρόνο και το χώρο (Eurosymbioses, 1997, σελ. 13-14). Έτσι, τίθενται τα θεμέλια για μια διαβίου περιβαλλοντική αγωγή.

2)     Να υιοθετούν οι μαθητές μια διευρυμένη οπτική για τα περιβαλλοντικά προβλήματα, εξετάζοντάς τα τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο. Όπως είπαμε και προηγουμένως, η ευκολία πρόσβασης στην περιβαλλοντική πληροφόρηση και ταυτόχρονα η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριακών στοιχείων μεταξύ μαθητών διαφορετικών περιοχών ή και χωρών, βοηθά στην απόκτηση αυτής της οπτικής, ξεπερνώντας τα όποια γεωγραφικά εμπόδια.

3)     Να έχουν οι μαθητές μια σφαιρική κατανόηση του περιβάλλοντος και μια διεπιστημονική προσέγγιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Τόσο το εύρος της παρεχόμενης περιβαλλοντικής πληροφορίας όσο και η δυνατότητα απόκτησης γνώσεων από διαφορετικούς επιστημονικούς τομείς και μέσα από διαφορετικές οπτικές, θέτουν τη βάση για την επίτευξη αυτής της αρχής.

4)     Να επιδιώκεται η πραγματοποίηση συνεργασιών σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, με σκοπό την αποτροπή και την επίλυση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Όπως είδαμε και προηγουμένως, η δυνατότητα που παρέχει το Διαδίκτυο για δημιουργία δικτύων επικοινωνίας μεταξύ μαθητών (Lloyd, 1997), μεταξύ σχολείων (Whitcombe, 1992), αλλά και μεταξύ απλών πολιτών ή οργανώσεων, θέτει τις βάσεις και δημιουργεί τις ευκαιρίες για ανάπτυξη σχεδίων συνεργασίας και κοινής δράσης για το περιβάλλον.

5)     Να προωθείται η συμμετοχή των μαθητών στο σχεδιασμό της διδακτικής διαδικασίας. Μέσα από την αξιοποίηση της χρήσης του Διαδικτύου στην Π.Ε. δίνεται η δυνατότητα εφαρμογής μοντέλων συνεργατικής διδασκαλίας και μάθησης (Rohwedder, & Alm, 1994, σελ. 14/ Eurosymbioses, 1997, σελ. 3). Επίσης, οι μαθητές εξοικειώνονται με μια πιο αυτόνομη αναζήτηση της γνώσης. Και με τις δύο αυτές δυνατότητες καταργούνται τα στεγανά των ρόλων μαθητή και εκπαιδευτικού και διευκολύνεται η ενεργός συμμετοχή των μαθητών στο σχεδιασμό της μάθησής τους.

6)     Να χρησιμοποιούνται περισσότερες της μιας μέθοδοι για την απόκτηση γνώσεων για το περιβάλλον. Το Διαδίκτυο μπορεί να λειτουργήσει ως ένα ευέλικτο μεθοδολογικό εργαλείο, ικανό να διευκολύνει την επίτευξη πολλαπλών παιδαγωγικών στόχων και την εφαρμογή εναλλακτικών διδακτικών σχεδίων. Έτσι, η εφαρμογή του σε συνδυασμό με άλλες διδακτικές τεχνικές ενισχύει και εμπλουτίζει το σύνολο της παιδαγωγικής πρακτικής στην Π.Ε.

 

Αντί επιλόγου

Θα ολοκληρώσουμε την παρέμβασή μας με μια σύντομη αναφορά στις κυριότερες επιφυλάξεις σχετικά με τη χρήση του Διαδικτύου στην εκπαιδευτική πρακτική της Π.Ε., όπως επίσης στα κριτήρια εκείνα που τις αίρουν:

(α) Από τη χρήση του Διαδικτύου ως διδακτικού εργαλείου στην Π.Ε. απουσιάζει η αμεσότητα στην εμπειρία και στη μάθηση για το περιβάλλον και τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Χωρίς να υποβαθμίζουμε την αναμφισβήτητη παιδαγωγική αξία του άμεσου βιώματος στην Π.Ε. (Φλογαΐτη, 1993, σελ. 179-180), θεωρούμε ότι και μια έμμεση εμπειρία του περιβάλλοντος, μέσω πραγματικής εικόνας ή αναπαράστασής του, μπορεί να είναι επίσης χρήσιμη, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για περιπτώσεις διαδικασιών που δε γίνονται άμεσα αντιληπτές από τις αισθήσεις ή φαινομένων που εξελίσσονται σε μακρινές γεωγραφικά περιοχές.

(β) Δε διασφαλίζεται η εγκυρότητα και η αντικειμενικότητα της περιβαλλοντικής πληροφόρησης, η οποία διακινείται στο Διαδίκτυο. Είναι γεγονός ότι η απουσία προκαθορισμένων πολιτικών ελέγχου της πληροφορίας που διοχετεύεται στο Διαδίκτυο υποθάλπει πολλές φορές την παραπληροφόρηση (McBean, & Hengeveld, 2000, σελ. 19). Έτσι, ο κίνδυνος να ληφθούν ως πραγματικά δεδομένα πολωμένες απόψεις ή υπερβολικές εκτιμήσεις για την περιβαλλοντική πραγματικότητα είναι πάντοτε υπαρκτός. Ως ο μόνος τρόπος θωράκισης απέναντι στον κίνδυνο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών και η καλλιέργεια της ικανότητάς τους να αξιολογούν την κάθε πληροφορία, ως προς το περιεχόμενο αλλά και σε σχέση με την πηγή προέλευσης αυτής (Τσολακίδης, 1997, σελ. 16).

(γ) Υποβαθμίζεται ο ρόλος του εκπαιδευτικού κατά τη διδακτική διαδικασία της Π.Ε. Οι διάφορες αλλαγές που επιφέρει η διδακτική αξιοποίηση του Διαδικτύου στον τρόπο δόμησης και λειτουργίας της σχολικής τάξης αναπόφευκτα επηρεάζουν και το ρόλο του εκπαιδευτικού (Rohwedder, & Alm, 1994, σελ. 14). Στην πραγματικότητα, η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στην Εκπαίδευση θέτει το αίτημα ενός γενικότερου αναπροσδιορισμού του ρόλου του εκπαιδευτικού, βασικότερη διάσταση του οποίου είναι η μετάβαση από τη λειτουργία του ως προμηθευτή της γνώσης σε εκείνη του διευκολυντή της διαδικασίας απόκτησης της γνώσης. Κατά συνέπεια, για μια αποτελεσματική αξιοποίηση του Διαδικτύου ως διδακτικού εργαλείου στην Π.Ε., προτείνουμε την ουσιαστική και σε βάθος χρόνου επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε αυτή (Rohwedder, & Alm, 1994, σελ. 14/ Δασκολιά, 2000, σελ. 327-328).

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Αναλυτική αναφορά στους σκοπούς και τους στόχους της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, όπως αυτοί καθορίστηκαν από το Συνέδριο του Βελιγραδίου και τη Διάσκεψη της Τιφλίδας, γίνεται σε αρκετά κείμενα. Από την ελληνόγλωσση βιβλιογραφία ενδεικτικά παραπέμπουμε τον ενδιαφερόμενο αναγνώστη στα ακόλουθα: Α. Δανασσής-Αφεντάκης (1997, σελ. 71-75), Ε. Φλογαΐτη (1993, σελ. 136, 143, 252), Α. Γεωργόπουλος & Ε. Τσαλίκη (1993, σελ. 14-16), Π. Βασάλα (1992, σελ. 61-62), Β. Παπαδημητρίου (1989, σελ. 59), Χ. Σιγάλας (1987, σελ. 30-34).

[2] Αντίστοιχα ευρεία αναφορά στις κατευθυντήριες αρχές της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης γίνεται τόσο στην ελληνόγλωσση όσο και στην ξενόγλωσση σχετική βιβλιογραφία. Από τις πηγές αυτές, ενδεικτικά και πάλι, αναφέρουμε τις ακόλουθες: Α. Δανασσής-Αφεντάκης (1997, σελ. 75-77), Ε. Φλογαΐτη (1993, σελ. 137, 253), Π. Βασάλα (1992, σελ. 62-63), J. Palmer (1998, σελ. 10-11).

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βασάλα, Π. (1992). Παρουσίαση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, όπως αυτή οριοθετήθηκε στη διακυβερνητική διάσκεψη του Tbilisi (UNESCO-UNEP 14-26 Οκτωβρίου 1977, ΕΣΣΔ). Σύγχρονη Εκπαίδευση, 68, 69-72.

Γεωργόπουλος, Α. & Τσαλίκη, Ε. (1993). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Αρχές - Φιλοσοφία, Μεθοδολογία Παιγνίδια & Ασκήσεις. Αθήνα: Gutenberg.

Δανασσής-Αφεντάκης, Α. (1997). Η Περιβαλλοντική Αγωγή. Στο: Εισαγωγή στην Παιδαγωγική (τόμος Γ΄). Σύγχρονες Τάσεις της Αγωγής, (Β΄ έκδοση), (σελ. 59-124). Αθήνα (αυτοέκδοση).

Δασκολιά, Μ.-Κ. (2000). Οι επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αθήνα.

Eurosymbioses (1997). Internet & Environmental Education in Europe. An Open and Distance Learning Action. Réseau Idée, Brussels.

Lloyd, D. (1997). English Teaching and the Internet at the High School for Environmental Studies. English Teachers’ Journal (Israel), 28-30.

McBean, G.A. & Hengeveld, H.G. (2000). Communicating the Science of Climate Change: A Mutual Challenge for Scientists and Educators. Canadian Journal of Environmental Education, 5, Spring, 9-25.

Ομάδα Περιβάλλοντος ΙΑΑΚ-ΕΚΚΕ (1997). Οδηγός ανίχνευσης θεμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στο Internet. Αθήνα: Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, ΥΠΕΧΩΔΕ, ΥΠΕΠΘ.

Palmer, J. (1998). Environmental Education in the 21st Century. Theory, practice, progress and promise. Routledge: London.

Παπαδημητρίου, Β. (1989). Προβληματισμοί γύρω από την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Σύγχρονη Εκπαίδευση, 44, 57-62.

Πλειός, Γ. (1998). Παγκοσμιοποίηση και Εκπαίδευση. Επιστημονική Επετηρίδα του Παιδαγωγικού Τμήματος Δ.Ε. του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, τεύχος 11, 179-219.

Rohwedder, W.J. & Alm, A. (1994). Using Computers in Environmental Education: Interactive Multimedia and On-Line Learning. The Environmental Education Toolbox - EE Toolbox Workshop Resource Manual. Washington, D.C.: Environmental Protection Agency, ERIC ED 384532.

Sauvé, L. (1994). Pour une éducation relative à l’ environment. Éléments de design pédagogique. Montréal: Guerin.

Σιγάλας, Χ. (1987). Φιλοσοφία και στόχοι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Νεοελληνική Παιδεία, 11, 25-33.

Τσολακίδης, Κ. (1997). Θέσεις και αντιθέσεις για το Ιντερνέτ. Στο: Γ. Ζιάκα, (Επιμ. Έκδ.), Ιντερνέτ και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Βασικές Αρχές - Προγράμματα - Εκπαιδευτικό Υλικό, (σελ. 10-17). Πόλις (Διεθνές Δίκτυο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης) - Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Eurosymbioses.

UNESCO (1996). Learning: The Treasure Within. Report to UNESCO of the International Commission on Education for the Twenty-First Century. Paris: UNESCO. ED-96/WS/9(E).

UNESCO (1998). Higher Education in the Twenty-First Century. Vision and Action. Working Document of the World Conference on Higher Education, Paris, 5-9 October 1998. Paris: UNESCO. ED-98/CONF.202/5.

Φλογαΐτη, Ε. (1993). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ελληνικές Πανεπιστημιακές Εκδόσεις.

Η Χάρτα του Βελιγραδίου (1975). Βασικά Κείμενα για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Τεύχος 1. (μτφ. Α. Τρικαλίτη). Αθήνα: Πανελλήνια Ένωση Εκπαιδευτικών για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, Ελληνική Εταιρεία για την Προστασία του Περιβάλλοντος και της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Whitcombe, M. (1992). Think Globally, Communicate Widely, Act Locally. Pathways, 5(1), 27-32.