ΔΙΑΥΛΟΣ ΤΕΣΤ

ΠΑΙδαγωγική ΔΙαγνωστική Αξιολόγηση – (ΠΑΙ.ΔΙ.Α.)

 

 

Του Γεώργιου Δ. Δράκου,

 Αναπλ. Καθηγητή Παν/μίου Αθηνών

 

Αποσαφήνιση και προσδιορισμός του όρου και της σημασίας της διάγνωσης

Είναι κοινός τόπος, ότι στον τομέα της “Ειδικής Αγωγής” η διάγνωση κατέχει σημαντική θέση. Συνιστά το μέσο με το οποίο εντοπίζονται οι αιτίες για τις οποίες ένας μαθητής δυσκολεύεται στη μάθηση. Επίσης, συνιστά το μέσο με το οποίο οι μαθητές κατατάσσονται σε κατηγορίες ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και άρα στρατηγικές ειδικής εκπαίδευσης και ειδικών προγραμμάτων που θα τους παρασχεθούν.

Πολλά παιδιά, ωστόσο, αντιμετωπίζουν σε κάποια φάση της μαθητικής τους ζωής ένα ή περισσότερα προβλήματα, που δεν είναι πάντα εύκολο να ανιχνευτούν, εμφανίζουν δηλαδή μια “μαθησιακή διαταραχή”. Αν αυτή η διαταραχή δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα και αποτελεσματικά, ο μαθητής συσσωρεύει αδυναμίες, το περιβάλλον μειώνει τις προσδοκίες και εδραιώνεται μια “γενικευμένη διαταραχή”, μια “μαθησιακή δυσλειτουργία”, (Δράκος, 1999, σ.117).

Ως πρόταγμα της παιδαγωγικής διαδικασίας και δράσης, θεωρούμε την έγκαιρη παρέμβαση. Σ΄ αυτό στοχεύει το “Δίαυλος Τεστ”. Με βάση μια παιδαγωγική διαγνωστική αξιολόγηση, να μπορεί να καταστρώσει ο εκπαιδευτικός της μαχόμενης εκπαίδευσης, εξατομικευμένα προγράμματα παρέμβασης. Επομένως, ο εκπαιδευτικός θα βοηθηθεί να εντοπίζει έγκαιρα τις μαθησιακές διαταραχές και να αποτρέπει, όπου μπορεί, τη γενίκευσή τους.

Σήμερα η προσέγγιση των ζητημάτων της “Ειδικής Αγωγής” από μια άλλη σκοπιά οδηγεί σε αναθεωρήσεις τόσο του περιεχομένου της φιλοσοφίας της διάγνωσης, όσο και της διαδικασίας της.

Διάγνωση ή Παιδαγωγική Αξιολόγηση;

Η συνηθέστερη μορφή διάγνωσης υπήρξαν οι ψυχομετρικές δοκιμασίες . Έχει αναπτυχθεί ευρύς και μακρύς αντίλογος ως προς τη μεθοδολογία των δοκιμασιών αυτών αλλά το κυριότερο είναι ότι η χρήση τους δεν απέδωσε τους αναμενόμενους καρπούς στην εκπαίδευση. Ειδικότερα στην Ελλάδα, όπου ο θεσμός του σχολικού ψυχολόγου δεν έχει γενικευτεί στα δημόσια σχολεία, η αποσπασματική και μη έγκυρη προσφυγή σε εργαλεία διάγνωσης του επιπέδου της νοημοσύνης υπήρξε ακόμη κι επιζήμια.

Η νέα θέαση της Παιδαγωγικής και της Ειδικής Παιδαγωγικής, (τίποτα δεν εξετάζεται αποσπασματικά, Δράκος, 1999, σ. 153), εστιάζει τις προσπάθειές της στη χρήση περισσότερων στοιχείων που θα συντελέσουν στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του ατόμου, γεγονός που αποτελεί κάθε φορά σημείο αναφοράς κατά τη διαγνωστική διαδικασία.

Στόχος μας, επομένως, είναι η ενδελεχής αξιολόγηση των δυνατοτήτων του παιδιού, έτσι ώστε να αναδεικνύεται κάθε φορά η παιδαγωγική πρόταξη για βελτίωση. Στο χώρο της Ειδικής Αγωγής, όπου έχει επικρατήσει η διεπιστημονική εξέταση του μαθητή, τα διαγνωστικά αποτελέσματα των υποστηρικτικών ειδικοτήτων οδηγούν στη λήψη απόφασης ως προς την κατάταξη των μαθητών σε σχολικό πλαίσιο αλλά δεν οδηγούν στη λήψη απόφασης ως προς το εκπαιδευτικό του πρόγραμμα.

Στοχεύουμε δηλαδή στο να καλύψουμε αυτό το κενό και να δημιουργήσουμε ένα εργαλείο Παιδαγωγικής Αξιολόγησης για τον εκπαιδευτικό, που θα προτάσσει και θα υποστηρίζει την παιδαγωγική παρέμβαση, θα προσδιορίζει τα βήματα του ειδικού εκπαιδευτικού στην κατάστρωση ενός προγράμματος μαθησιακής υποστήριξης του παιδιού, γεγονός που θα οδηγεί στην ασφαλή εκ-δίπλωση και ανάδειξη της προσωπικότητάς του.

Στίγμα του εγχειρήματος

Η προσωπική μας, συνεχής, ενασχόληση με το χώρο, η δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με τα στελέχη της Ειδικής Αγωγής, σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, μέσω προγραμμάτων και προσκλήσεων για διαλέξεις και η ευθύνη που αναλάβαμε, κατά το σύντομο χρονικό διαστήματα της παραμονής μας στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, μας ώθησε στην επιχειρούμενη ερευνητική προσπάθεια. Προϋπόθεση η άλλη θέαση των πραγμάτων. Μέλημά μας η διευκόλυνση του έργου του ειδικού παιδαγωγού – δασκάλου, του σχολικού ψυχολόγου, του εκπαιδευτικού της πράξης.

Η παρούσα ερευνητική προσπάθεια που θα προσδιορίσουμε παρακάτω δεν περιορίζεται μόνο στο επίπεδο παραγωγής ενός ακόμη παιδαγωγικού υλικού, αλλά στοχεύει μέσα από το υλικό αυτό να επιφέρει αλλαγή σκέψης και κατ’ επέκταση σκέψεις του ειδικού στον τομέα της ειδικής αγωγής

Δ Ι Α Υ Λ Ο Σ, λοιπόν, εν αρχή – στενή δίοδος – μέσον και τρόπος επικοινωνίας. Προσπάθεια απεγκλωβισμού από το ασφυκτικό πλαίσιο των γνωστών, άκαμπτων μοντέλων ανάπτυξης και πέρασμα, έστω και με δυσκολία, στο επίπεδο της εργασίας μέσα “από το παιδί και για το παιδί”, με “το δάσκαλο και από το δάσκαλο” σε μια διαρκή επανεξέταση, σε ένα δημιουργικό γίγνεσθαι του λογισμού και του ονείρου για μια καλύτερη κοινωνία.

Επομένως η όλη μας προσπάθεια στοχεύει στην παραγωγή ενός εργαλείου παιδαγωγικής – διαγνωστικής αξιολόγησης προς όφελος της παιδαγωγικής διαδικασίας και δράσης και των εμπλεκομένων με αυτή λειτουργών.

Ανάγκες στις οποίες ανταποκρίνεται το “Δίαυλος”

Ο ν. 2817/2000, ως προσπάθεια θεσμικής βελτίωσης του τομέα της ειδικής αγωγής, παρά τις αναμφίβολες αγκυλώσεις και το πλήθος των Π.Δ. που οδηγούν σε χρονική παράταση της υλοποίησής του, έχει και θετικά σημεία που καλούμαστε να εκμεταλλευτούμε προς όφελος των α.μ.ε.ε.α.

Το σημαντικότερο ίσως όφελος είναι η δημιουργία των Κέντρων Διάγνωσης, Αξιολόγησης και Υποστήριξης των α.μ.ε..ε.α.- Κ.Δ.Α.Υ.- όπου υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας πλέον θα εντοπίζονται και θα υποστηρίζονται με ειδικά προγράμματα και υπηρεσίες, οι μαθητές κάθε ηλικίας που αντιμετωπίζουν προβλήματα κι εμπόδια στη μάθησή τους. Είναι διαπιστωμένο ότι ο εκπαιδευτικός, κατά την πρώτη φάση εφαρμογής των Κ.Δ.Α.Υ., χρειάζεται υποστήριξη με διαγνωστικά εργαλεία κι επιμόρφωση για τη μεθοδολογία χρήσης τους.

Η διάσταση αυτή μας οδηγεί σε επιστημονική εγρήγορση και αναζήτηση. Έτσι ξεκινήσαμε μια επιστημονική ομάδα με όραμα να δώσουμε το ΔΙΑΥΛΟΣ ΤΕΣΤ (Παιδαγωγικής Διαγνωστικής Αξιολόγησης) στον εκπαιδευτικό, τον ψυχολόγο, τον ειδικό παιδαγωγό κτλ.

 

 

 

Τεχνική παρουσίαση του Δίαυλος

1.Σκοπιμότητα:

Ως στόχος τίθεται να καταστεί για τον εκπαιδευτικό, της Προσχολικής Αγωγής και της Δημοτικής Εκπαίδευσης, επιστημονικό εργαλείο ανίχνευσης και αξιολόγησης προβλημάτων που δημιουργούν ανασταλτική πορεία στην κοινωνική, σχολική, μαθησιακή πορεία του παιδιού από την ηλικία των 4 – 12 χρόνων.

Το εργαλείο θα παρέχει στον εκπαιδευτικό:

α) πληροφορίες για τον έγκαιρο εντοπισμό των μαθητών που εμποδίζονται σε έναν από τους παραπάνω τομείς

β) οδηγίες χρήσης για την κατάρτιση εκπαιδευτικού προγράμματος και

γ) οδηγίες αξιοποίησής του στη διαδικασία παραπομπής σε Κ.Δ.Α.Υ..

Τα υποτέστς πρέπει να αναλυθούν αδρομερώς ως προς τη σκοπιμότητά τους, π.χ. το τεστ κινητικής ικανότητας αξιολογεί το επίπεδο ανάπτυξης της λεπτής κινητικότητας, της αδρής κινητικότητας, του οπτικο-κινητικού συντονισμού, κτλ.

2.Ωφελιμότητα:

Παιδιά ηλικίας από 4 – 12 ετών

Επωφελούνται μαθητές των παραπάνω ηλικιών που φοιτούν σε κοινά σχολεία και αντιμετωπίζουν μια σχολική δυσκολία στους παραπάνω τομείς, (καθώς και μαθητές που φοιτούν σε ειδικά σχολεία).

3.Αποδέκτες:

Σχολικοί σύμβουλοι Προσχολικής Αγωγής και Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, Ειδικοί Παιδαγωγοί, Σχολικοί Ψυχολόγοι, Νηπιαγωγοί, Δάσκαλοι.

4.Χρονοδιάγραμμα: (τέσσερις φάσεις ανάπτυξης του προγράμματος)

α) Κατασκευή εργαλείων

β) Πιλοτική εφαρμογή

γ) Κατάρτιση πακέτου διάγνωσης (τεστ, οδηγίες, υλικό)

δ) Εκπαίδευση-επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και στελεχών εκπαίδευσης. Στη χρήση του πακέτου.

5.Πρωτοτυπία:

Πρόκειται για ένα καινοτόμο πρόγραμμα διότι για πρώτη φορά στην Ελλάδα, δημιουργείται εργαλείο διάγνωσης που:

α. απευθύνεται απευθείας στον εκπαιδευτικό

β. υποστηρίζει την έγκαιρη διάγνωση μέσα στο σχολείο

γ. υποστηρίζει θεσμικές δομές του εκπαιδευτικού συστήματος

δ. αποδίδεται άμεσα σε παιδαγωγική παρέμβαση.

6. Περιγραφή πακέτου - το πακέτο περιλαμβάνει:

α. τεστ αξιολόγησης της κινητικής δυνατότητας

β. τεστ αξιολόγησης της οπτική αντίληψης

γ. τεστ αξιολόγησης της γλωσσικής ανάπτυξης – εξέλιξης

δ. τεστ αξιολόγησης της γνωστικής συγκρότησης

ε. τεστ αξιολόγησης της συναισθηματικής κατάστασης και της ετοιμότητας για μάθηση.

7. Διάρκεια υλοποίησης του “Δίαυλος Τεστ”:

Η ερευνητική ομάδα θέτει ως στόχο ολοκλήρωσης του τεστ το έτος 2005, (2001-2005). Τα αποτελέσματα των ερευνών θα γίνουν γνωστά  το 2003 σε συνέδριο της Ειδικής Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος.

DIAVLOS TEST

PAIdagogische DIagnostische Wertung (Axiologie), (PAI.DI.A.)

Im Kern der Sonderpädagogik als Wissenschaft der Theorie und Praxis steht fortwährend, wie es schon allgemein bekannt ist, die wesentliche Diagnose. Sie nimmt eine doppelte Funktion ein und zwar dient sie zum eine als Mittel (Medium) fur die Ergründung der Ursachen der Lernschwierigkeiten bei Schülern und zum anderen bei der Klassifizierungsmethode der Schüler mit besonderen Lernbedürfnissen. Tatsächlich werden viele Kinder irgendwann während ihrer Schullaufbahn mit einem oder mehreren Probleme konfrontiert, die meistens als “Lernstörungen” bezeichnet werden. Wenn diese Störungen nicht rechtzeitig erkannt werden, kann dies dann zu “einer allgemeiner Störung” nämlich zu einer Dysfunktion des Lernprozesses fuhren. (Δράκος, Γ. 1998, s. 117).

Der “DIAVLOS TEST” führt zur rechtzeitigen Erkennung der Lernschwächen und demnach entsteht die Möglichkeit zur Frühförderung der Lernmöglichkeiten in der Schulpraxis.

DIAVLOS – heißt wörtlich – schmale Durchfahrt – Kommunikations - Mittel und Kommunikationsweg. Seine pädagogische Grundlage enthält die Anzätze “von Kinde aus und Für das Kind” sowie “mit dem Lehrer und von dem Lehrer aus”. Das Gesetz 2817/2000 sieht die Gründung von “Zentren für Diagnose, Bewertung und Untertützung der α.μ.ε.ε.α., (Κ.Δ.Α.Υ.)” vor, mit positiven Einflüssen zu Gunsten der “α.μ.ε.α.”.

Nach der neuen Erkenntnissen der sonderpädagogischen Wissenschaft erweist sich als notwendig die dynamische Bewertung der ganzen Persönlichkeit des Einzelnen. Diese kontinuierliche, (nicht statische) Bewertung der Möglichkeiten des Kindes erfordert interdisziplinäre Überprüfung der Schülerleistungen, (Δράκος, Γ. 1999, s. 153).

Forschungsvorhaben “DIAVLOS TEST”

1.       Das Vorhaben richtet sich an Kinder im Alter von 4-12 Jahren, an öffentlichen - oder Sonderschulen.

2.       Es ist für schulische Ratgeber der Vor-und Grundschule, für Sonderpädagogen, Schulpsychologen, Kindergärtner und Lehrer konzipiert.

3.       Das Testmaterial umfasst:

§         Tests zur Bewertung der motorischen Fähigkeiten

§         Tests zur Bewertung der optischen Wahrnehmung

§         a) Tests zur Bewertung der Sprachentwicklungsstandes

b) Tests zur Bewertung der kognitiven Fähigkeiten

      c) Tests zur Bewertung der Emotionalenstandes

4. Die Forschungsgruppe hat den Abschluß des Vorhabens für das Jahr 2005 geplannt, (2001-2005). Die Forschungsergebnisse werden 2003 auf dem Kongress der Sonderpädagogischen Gesellscgaft Griechenlands bekannt gegeben.

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Borchert, J. (1999). Handbuch der Sonderpädagogischen Psychologie. Göttigen: Hogrefe.

Eggert, D. (1997). Von den Stärken ausgehen. Dortmund: Borgmann.

Fisseni, H.-J. (1990). Lehrbuch der psychologischen Diagnostik. Göttigen: Hogrefe.

Guthke, J. & Wiedl, K.H. (1996). Dynamisches Testen. Göttingen: Hogrefe.

Guthke, J. (1972). Zur Diagnostik der intellektuellen Lernfähigkeit. Berlin: Deutscher Verlag der Wissenschaften.

Jäger, S. (1982). Strategien und Zielsetzungen in der Pädagogischen Diagnostik: Eine Analyse verschiedener Randbdingungen. In K.H. Ingenkamp, R. Horn & S. Jäger (Hrsg.), Tests und Trends 1982 (S.119-146). Weinheim:Beltz.

Jetter, K., Scmitt, D. & Schönberger, F. (1983). Sonderpädagogische Förderdiagnostik. In U. Haupt & G.W. Jansen (Hrsg.), Handbuch der Sonderpädagogik. Bd. 8. Pädagogik der Körperbehinderten (S.251-270). Berlin: Marhold.

Kornmann, R. (1998). Lernbehinderter Unterricht? – Vorschläge zur förderungsorientierten Analyse der Lerntätigkeit einzelner Schülerinnen und Schüler in der konkreten Unterrichtspraxis. In W. Mutzeck (Hrsg.), Förderdiagnostik bei Lern- und Verhaltensstörungen (S. 59-92). Weinheim: Deutscher Studien Verlag.

Kretschmann, R. (1998). Prozessdiagnose des Lesens und Schreibens in den Schuljahren 1 und 2. In H. Eberwein & S. Knauer (Hrsg.), Handbuch Lernprozesse verstehen (S. 265-280). Weinheim: Beltz.

Rothermel, L. (1997). Pädagogik als Wissenschaft. In A. Bernhard & L. Rothermel (Hrsg.), Handbuch Kritische Pädagogik (S. 19-28). Weinheim: Deutscher Studien Verlag.

Schlee, J. (1985). Kann Diagnostik beim Fördern helfen? Anmerkungen zu den Ansprüchen der Förderdiagnostik. Zeitschrift für Heilpädagogik, 36, 153-165.

Schlee, J. (1998). Diagnostik von Lernprozessen durch Rekonsttuktion Subjektiver Theorien. In H. Eberwein & S. Knauer (Hrsg.), Handbuch Lernprozesse verstehen (S: 66-80). Weinheim: Beltz.

Schuck, K..D. (1993). Die Ermittlung des Sonderpädagogischen Förderbedarfts: Eine neue diagnostische Aufgabe in einer sich verändernden Schule? In H. Mohr (Hrsg.), Integration verändert Schule (S. 69-96). Hamburg: Feldhaus.

Schwarzer, C. (1982). Einführung in die Pädagogische Diagnostik (2. Aulf.) München: Kösel.

Werning, R. (1998). Kooperative Lernbegleitung – Ein Konzept zur integrativen Förderung von Schülerlnnen mit Lern-, Leistungs- und Verhaltensauffälligkeiten im gemeinsamen Unterricht. In W. Mutzeck (Hrsg.), Förderdiagnostik bei Lern- und Verhaltensstörungen (S. 93-106). Weinheim: Deutscher Studien Verlag.

Δράκος, Γ. (1999). ΖΗΤΟΥΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ, Αθήνα.

Δράκος, Γ. (1999). ΕΙΔΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΑΣ, Αθήνα.