Η παγκοσμιοποίηση και οι επιρροές της στην εκπαιδευτική πολιτική.

Μια κριτική προσέγγιση

 

 

Της Αμαλίας Α. Υφαντή

Λέκτωρ Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών

Πανεπιστημίου Πατρών

 

 

Αbstract

 

In this study it is attempted a theoretical approach to “globalization” by examining its meaning, its origins, its characteristics and its dynamic and by exploring the influences of globalization on educational policies and practices of the nation states over the world.

 

O σκοπός της μελέτης

 

Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι διττός:

Να πιστοποιήσει, χαρακτηρίσει και  διαλευκάνει μερικές από τις συζητήσεις γύρω από το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης. Συγκεκριμένα η προσέγγιση εδώ θα αφορά στην εξέταση της έννοιας της παγκοσμιοποίησης, στα χαρακτηριστικά της και στις απαρχές της. 

Να προσεγγίσει και να διερευνήσει μερικές πολύπλοκες συνέπειες της παγκοσμιοποίησης στην εκπαιδευτική πολιτική και στο σχεδιασμό της ανά τον κόσμο.

Η εξέταση των επιρροών της παγκοσμιοποίησης στην εκπαιδευτική πολιτική θα γίνει σε τρία  επίπεδα:

Το οικονομικό επίπεδο, επειδή η παγκοσμιοποίηση επηρεάζει την απασχόληση και σχετίζεται με έναν παραδοσιακό στόχο της εκπαίδευσης, την προετοιμασία των νέων για την εργασία.

Το πολιτικό επίπεδο, δεδομένου ότι οι εξωτερικές απαιτήσεις για διεθνικούς θεσμούς επιβάλλουν περιορισμούς  στη λήψη αποφάσεων και στη διαμόρφωση πολιτικών τακτικών σε επίπεδο εθνικό-κρατικό.

Το πολιτισμικό επίπεδο, καθώς οι παγκόσμιες αλλαγές κατά πολύ επηρεάζουν τις εκπαιδευτικές πολιτικές, τις πρακτικές και τους θεσμούς. Ειδικότερα, στις αναπτυγμένες βιομηχανικές κοινωνίες, το ζήτημα της «πολυπολιτισμικότητας» αποκτά ιδιαίτερη σημασία στο παγκόσμιο πλαίσιο.

 

 

Εννοιολογική προσέγγιση

 

Παρά τις διαφορές των ποικίλων απόψεων, η παγκοσμιοποίηση είναι ένα πολύπλοκο φαινόμενο και σχετίζεται με την αντίληψη για την οργάνωση του κόσμου ως ενός ενιαίου συνόλου καθώς και με τη μεταβολή του πολιτισμού, τάσεις οι οποίες φαίνεται ότι τείνουν να μεταβάλουν τον κόσμο στη χιλιετία που ήδη αρχίσαμε να διατρέχουμε (Αλμπάνης, 1998). Η παγκοσμιοποίηση έχει οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές διαστάσεις (βλ. Το Βήμα, 12-03-2001).

Σε οικονομικό επίπεδο, χαρακτηριστικό είναι η αύξηση της αλληλεξάρτησης των οικονομιών διεθνώς και οι διαφαινόμενες τάσεις για την ενοποίηση των αγορών, όπως αυτές κυρίως εκδηλώνονται με τη διεθνοποίηση της παραγωγής και την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου (Ritzer, 1998).

Στο πολιτικό επίπεδο, η παγκοσμιοποίηση εκδηλώνεται με την περιορισμένη δυνατότητα των εθνικών κρατών να επέμβουν μέσω των κυβερνήσεών τους στις συντελούμενες οικονομικές αλλαγές (Kittrie, 1995. Apple, 1993).

Στο πολιτισμικό επίπεδο, η παγκοσμιοποίηση παρουσιάζεται ως τάση σύγκλισης των πολιτισμών των λαών σε όλον τον πλανήτη (π.χ. αξιακές επιλογές, τρόπος σκέπτεσθαι, πανανθρώπινα δικαιώματα, καθολικές αξίες, κ.ά.) (Το Βήμα, ό.π.). Επίσης, οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην επικοινωνία και στις συγκοινωνίες, ως απόρροια των αλλαγών στην τεχνολογία, αναγκάζουν τις κοινωνίες να συμφιλιώσουν τις δικές τους τοπικές παραδοσιακές αξίες με την ανερχόμενη παγκοσμιοποίηση των πολιτισμών (Αrnove & Torres, 1999).

 

Tα χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης

 

Εάν κάποιος επιχειρήσει να παρουσιάσει μερικά χαρακτηριστικά της παγκοσμιοποίησης που πιο πολύ επηρεάζουν την εκπαίδευση, αυτό αποτελεί ένα δύσκολο εγχείρημα και ίσως παρακινδυνευμένο. Παρόλαυτα, αξίζει να μνημονευτούν κάποια βασικά χαρακτηριστικά στα τρία επίπεδα: στο οικονομικό, στο πολιτικό και στο πολιτισμικό.

Στο οικονομικό επίπεδο, εντοπίζονται αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας, άνοδος της διεθνοποιημένης διαφήμισης και των προτύπων κατανάλωσης, περιορισμός των εμποδίων για την ελεύθερη διακίνηση των αγαθών, των εργαζομένων και των επενδύσεων. Αυτά όλα βέβαια συνεπάγονται και νέες απαιτήσεις για το ρόλο των εργαζομένων στην κοινωνία (Ritzer, ό.π.. Reich, 1992).

Στο πολιτικό επίπεδο, παρατηρείται περιορισμός της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας του εθνικού κράτους, εξασθένιση της εθνικής αυτονομίας και, επομένως, και της έννοιας του «πολίτη» που μέχρι τώρα χαρακτηριζόταν από ακριβείς ρόλους, δικαιώματα και υποχρεώσεις (Αpple, ο.π.).

Στο πολιτισμικό επίπεδο, υπάρχει μια διχοτομία ανάμεσα στις τάσεις της παγκοσμιοποίησης να προωθήσει την τυποποίηση και την πολιτισμική ομοιογένεια, από το ένα μέρος, και, από το άλλο, να δημιουργήσει μεγαλύτερη κατάτμηση μέσω κινημάτων με τοπικιστικό προσανατολισμό. Μια άλλη επίσης εναλλακτική εκδοχή είναι η συνύπαρξη της πολιτισμικής ομοιογένειας με την πολιτισμική ανομοιογένεια (Barber, 1995).

 

 Oι απαρχές της παγκοσμιοποίησης

 

Ποιες είναι οι ρίζες της παγκοσμιοποίησης;

Μια άποψη υποστηρίζει ότι η αρχή της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης αναζητιέται στην περίοδο 1971-1973, η οποία συμπίπτει με την πετρελαϊκή κρίση και η οποία υπαγόρευσε αρκετές σημαντικές τεχνολογικές και οικονομικές αλλαγές, με στόχο την εύρεση πηγών που θα αντικαθιστούσαν στρατηγικές πρώτες ύλες καθώς και την ανακάλυψη νέων τύπων παραγωγής που θα συνέβαλαν  στην εξοικονόμηση ενέργειας και εργασίας (Reich, 1992. Reich, 1988. Sayer & Walker, 1992).

Mια άλλη εκδοχή υποστηρίζει ότι οι αρχές της παγκοσμιοποίησης χρονολογούνται πριν έναν αιώνα και συμπίπτουν μάλλον με τις αλλαγές στην τεχνολογία των επικοινωνιών, με τη μετανάστευση, με τις διαρροές κεφαλαίων κλπ.

Το βέβαιον είναι ότι βρισκόμαστε σε μια νέα ιστορική εποχή, στην οποία οι παλιοί σχηματισμοί δεν έχουν εξαφανιστεί αλλά και οι καινούριοι δεν είναι ακόμη πλήρως διαμορφωμένοι. Επιπλέον, έστω κι αν οι νέες παγκόσμιες επιταγές σημαίνουν το τέλος της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας των εθνικών κρατών, εντούτοις μια τέτοια τοποθέτηση έχει διαφοροποιημένες επιρροές στα κράτη, ανάλογα με τη θέση τους στην παγκόσμια τάξη. Σε ξεχωριστές περιπτώσεις αναπτυγμένων, αναπτυσσόμενων και υπό ανάπτυξη χωρών, η έννοια και οι επιρροές της «παγκοσμιοποίησης» κλονίζονται και λειτουργούν διαφορετικά στα διάφορα μέρη του κόσμου.  Γι’ αυτό η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ένα ενιαίο και παγκόσμιο φαινόμενο. Μπορεί να αντανακλά ένα σύνολο από καθορισμένες τεχνολογικές, οικονομικές και πολιτισμικές αλλαγές, οι μελλοντικές όμως τάσεις δεν μπορούν να προσδιοριστούν, ούτε επίσης σημαίνει ότι οι επιρροές της παγκοσμιοποίησης είναι συμμετρικές και ομοιόμορφες σε όλον τον κόσμο.

Το βασικό ερώτημα που στη συνέχεια τίθεται είναι ποια είναι η δυναμική της παγκοσμιοποίησης σε σχέση με την εκπαίδευση και το κράτος;

 

Παγκοσμιοποίηση, κράτος και εκπαίδευση

 

Σε ό,τι αφορά στην εκπαίδευση, συχνά υποστηρίζεται η νεοφιλελεύθερη εκδοχή της παγκοσμιοποίησης, η οποία επιβάλλει συγκεκριμένες πολιτικές για την αξιολόγηση, τη χρηματοδότηση, την εκπαίδευση των εκπαιδευτικών, το αναλυτικό πρόγραμμα, τη διδασκαλία κά. Στην αντιμετώπιση αυτών των πιέσεων, το ερώτημα είναι κατά πόσον η δημόσια εκπαίδευση ανθίσταται στην επιβολή μηχανισμών της αγοράς που απαιτούν τη συρρίκνωση της κρατικής χορηγίας και την καθιέρωση μοντέλων εκπαιδευτικής πολιτικής υιοθετημένων από τον τομέα των επιχειρήσεων.

Οι σχέσεις μεταξύ κράτους και εκπαίδευσης ποικίλουν ανάλογα με τις ιστορικές εποχές, τις γεωγραφικές περιοχές, τους τρόπους διακυβέρνησης και τους τύπους πολιτικής εκπροσώπησης, καθώς και με τις διαφορετικές ανάγκες των διαφόρων εκπαιδευτικών επιπέδων (Α/βάθμιο, Β/βάθμιο, Γ/βάθμιο, δια-βίου εκπαίδευση, άτυπη εκπαίδευση). Υπάρχει δηλαδή μια πολύπλοκη σχέση μεταξύ της εκπαίδευσης και του κράτους, και συνεπώς καθίσταται δύσκολο να προσδιοριστεί ένας τρόπος που να υποδεικνύει πώς το κράτος και η εκπαίδευση συνδέονται υπό τις επιδράσεις της παγκοσμιοποίησης.

Στον οικονομικό τομέα, η απαίτηση για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας μπορεί να οδηγήσουν στην αύξηση των δαπανών στην εκπαίδευση.

Στον πολιτικό τομέα, σε άλλα κράτη η εκπαίδευση μπορεί να οργανώνεται γύρω από την αναζωπύρωση των αντιλήψεων του εθνικισμού και της διαμόρφωσης του «νομιμόφρονα» πολίτη. Αλλού πάλι μπορεί να επικρατεί η ιδέα του κοσμοπολιτισμού με την ενθάρρυνση, κατά συνέπεια, των ταξιδιών, της σπουδής των ξένων γλωσσών και της ανοχής της πολυπολιτισμικότητας.

Στον πολιτισμικό τομέα, ορισμένα κράτη μπορεί να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη τους στα μέσα ενημέρωσης, στα νέα  μέσα επικοινωνίας, στην τεχνολογία της πληροφορίας και στη λαϊκή κουλτούρα, διαμορφώνοντας έτσι ένα «παράθυρο» στον κόσμο. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστούν τάσεις απομονωτισμού, καχυποψία και αντίσταση σε εξωτερικές επιρροές.

 Η πολυπλοκότητα συνεπώς των ανταποκρίσεων στην παγκοσμιοποίηση από τα διάφορα κράτη είναι δεδομένη καθώς και η συνθετότητα των σχέσεων κράτους και εκπαίδευσης, από τις οποίες προκύπτουν οι εκπαιδευτικές αρχές, οι πολιτικές, οι τακτικές και οι πρακτικές στο πλαίσιο των νέων δεδομένων.

 Είναι εύκολο λοιπόν να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα πώς η παγκοσμιοποίηση επηρεάζει  τις εκπαιδευτικές πολιτικές και πρακτικές στον κόσμο;

 Όπως φαίνεται από τη μέχρι τώρα ανάλυση, είναι δύσκολο να διατυπωθεί μια μόνο απάντηση. Λαμβάνοντας υπόψη την παραδοχή ότι η εκπαίδευση κατέχει κεντρική θέση στην κοινωνία -και επομένως δέχεται όλες τις αντανακλάσεις των αλλαγών που συμβαίνουν σε αυτήν- αποτελεί και η ίδια ένα σημαντικό θεσμικό πλαίσιο.  Θα μπορούσαν παρόλαυτα να συνοψιστούν κάποιες τάσεις στην εκπαίδευση ως αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, οι οποίες απαιτούν μια  περαιτέρω διεξοδική ανάλυση.

 

Τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης στην εκπαίδευση

 

Ποιες είναι οι επιρροές της παγκοσμιοποίησης στην εκπαίδευση μέσα από την οικονομική, πολιτική και πολιτισμική προοπτική;

                       

 2.2.1 Στο οικονομικό επίπεδο

 

Σε οικονομικό επίπεδο, τα σχολεία είναι αναγκασμένα να αναθεωρήσουν την  αποστολή που είχαν σχετικά με την προετοιμασία των νέων για την αγορά εργασίας υπό το πρίσμα των ραγδαίων μεταβολών στον τομέα της απασχόλησης. Απαιτείται γι’ αυτό ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, ευελιξία και προσαρμοστικότητα αφού οι νέοι θα αλλάζουν επαγγέλματα κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Τα σχολεία λοιπόν θα πρέπει να προετοιμάζουν τους μαθητές τους όχι μόνο να είναι «παραγωγοί» αλλά και «καταναλωτές». Να τους αναπτύσσουν έτσι ικανότητες και να τους διαμορφώνουν συμπεριφορές  αναγκαίες για την παραπέρα μετάβασή τους στο χώρο της εργασίας. Η οργάνωση επίσης διαφόρων δραστηριοτήτων μέσα στην τάξη στα πλαίσια του αναλυτικού προγράμματος, ή και πέρα από αυτό, μπορεί να δώσει τις δυνατότητες στους μαθητές να εξασκούνται στην αντιμετώπιση διαφόρων δυσκολιών. Φαίνεται δηλαδή να εμφανίζεται μια τάση μετατροπής του σχολικού περιβάλλοντος σε επιχείρηση, πράγμα που ικανοποιεί και τις προθέσεις της παγκοσμιοποίησης  σε αυτό το επίπεδο.

Με άλλα λόγια, τα οικονομικά αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης τείνουν να πιέζουν τις εθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές και τακτικές σε ένα νεοφιλελεύθερο πλαίσιο. Ο κρατικός τομέας συρρικνώνεται, προωθούνται η ορθολογιστική διαχείριση και διοίκηση του σχολείου, η αξιολόγηση  και μια –ίσως- απορρύθμιση του σχολείου προκειμένου να ενθαρρυνθούν νέοι προμηθευτές στην εκπαιδευτική υπηρεσία (Whitty & Εdwards, 1998).

 

Στο πολιτικό επίπεδο

 

Καθώς η οικονομική συνεργασία και συναλλαγή συστηματικά ρυθμίζονται και καθώς ισχυροί θεσμοί παρουσιάζονται προκειμένου να κανονικοποιηθεί η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα, με την παγκοσμιοποίηση έχουν επίσης εμφανιστεί η διεθνοποίηση της παγκόσμιας σύγκρουσης, η τρομοκρατία, η παραβίαση του περιβάλλοντος, η εγκληματικότητα, χωρίς, από το άλλο μέρος, να έχουν αναπτυχθεί αντίστοιχοι πολιτικοί θεσμοί που να αφορούν σε αυτά τα φαινόμενα και στην αντιμετώπισή τους. Σε αυτήν την περίπτωση, οι εκπαιδευτικοί θεσμοί μπορούν ίσως να παίξουν ένα σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων, αλλά και στο χειρισμό των πολύπλοκων συνεπειών τους στο σύγχρονο και στο μελλοντικό πολίτη.             Για παράδειγμα, οι νέες σχέσεις επικοινωνίας που αναπτύσσονται μεταξύ των λαών, η ραγδαία ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας και της μάθησης, οι μετακινήσεις πληθυσμών είναι ζητήματα που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό και την πολιτική. Κατά ένα μέρος, μια τέτοια ενημέρωση μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση μιας πιο κριτικής αντίληψης για τις απαιτήσεις μιας εκπαίδευσης που θα διαμορφώσει ένα   νέο τύπο παγκόσμιου πολίτη, τον κοσμοπολίτη (βλ. Reich, 1992. Kiely, 1998. Beyer, 1998. Apple, 1993).

 

Στο πολιτισμικό επίπεδο

 

Στο πολιτισμικό επίπεδο, η συζήτηση για το φιλελεύθερο   πλουραλισμό, η οποία έχει αποτελέσει το πλαίσιο της πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης στις αναπτυγμένες κοινωνίες,  επεκτείνεται και στην παγκόσμια σφαίρα. Εκεί οι διαφορές μεγαλώνουν, η αίσθηση της αλληλεξάρτησης και των κοινών ενδιαφερόντων αμβλύνεται, ενώ   η ανάπτυξη δεσμών γίνεται πιο αφηρημένη και περισσότερο έμμεση (μπορεί και να μην υπάρχουν καν).

Αφού λοιπόν αυξάνουν οι παγκόσμιες πιέσεις στις τοπικές κουλτούρες, ποιος είναι ο ρόλος της εκπαίδευσης στη διαφύλαξη και διατήρηση αυτών; Πώς πρέπει η εκπαίδευση να προετοιμάσει το μαθητή με τις απαιτούμενες δεξιότητες, ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει την τοπική, περιφερειακή, εθνική και διεθνική σύγκρουση;

Στο βαθμό που η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση της ατομικότητας ή και γενικότερα της ιθαγένειας των ατόμων, κατά πόσο η πολυπολιτισμικότητα παρεμβαίνει στη δυναμική της κοινωνικής σύγκρουσης που προκύπτει  ανάμεσα στις παγκόσμιες μεταμορφώσεις και στις τοπικές ανταποκρίσεις;

Σχετικά με όλα αυτά τα θέματα, το παγκόσμιο πλαίσιο εμφανίζει την εκπαίδευση να διευρύνει τα όρια της κοινότητας πέρα από την οικογένεια, την περιφέρεια, το έθνος. Οι σημερινές κοινότητες είναι πολυσχιδείς, δεν έχουν μία έδρα, είναι προσωρινές και μεταβαλλόμενες. Η οικογένεια, η εργασία και η ιθαγένεια, που ήταν οι κύριες πηγές της διαμόρφωσης της ταυτότητας του πολίτη στην εκπαίδευση του διαφωτισμού, παραμένουν βέβαια σπουδαίες, αλλά γίνονται πιο εφήμερες, πιο κινητικές και πιο ανταγωνιστικές με άλλες αρχές και θεσμούς. Ενώ τα σχολεία λειτουργούσαν in loco parentis προετοιμάζοντας τους μαθητές για μια σειρά από προβλεπόμενες εκπαιδευτικές ευκαιρίες και επιλογές στο μέλλον, τώρα έχουν να αντιμετωπίσουν μια σειρά από συγκρουόμενες και μεταβαλλόμενες προσδοκίες, οι οποίες καθορίζονται από εναλλακτικούς και διαφοροποιημένους τρόπους ανάπτυξης και σημεία αναφοράς (βλ. άρθρα στο European Journal of Intercultural Studies, 1994 και 1998).

Επιπλέον οι εκπαιδευτικοί στόχοι θα πρέπει να είναι πιο εύκαμπτοι και προσαρμόσιμοι στα νέα δεδομένα (π.χ. στη σύνδεση της εκπαίδευσης με την εργασία), να αναφερθούν στην εξάσκηση των ατόμων στο να συνυπάρξουν  με τους άλλους και να συμβάλουν στη διαμόρφωση και στην υποστήριξη μιας ιδέας για την πολιτισμική ταυτότητα των ατόμων, που θα μπορεί να διατηρηθεί στο πλαίσιο της πολλαπλότητας των νέων σχέσεων που προκύπτουν και των θεσμών.

           

Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει από τη διερεύνηση του θέματος  σχετίζεται με το ρόλο της εκπαίδευσης στη διαμόρφωση μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας. Αυτό, στη συνέχεια,  τοποθετείται σε ένα ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο, όπου και εδώ επικρατεί ένα πολύπλοκο δίλημμα: Είναι το σύγχρονο κράτος ένας χώρος στον οποίο μπορεί να ενθαρρύνεται η παρουσία και ο παρεμβατικός ρόλος των ομάδων, με βάση τις αρχές της δημοκρατίας και του πλουραλισμού, ή μήπως τείνει να παρουσιάζεται σαν ένα ουδέτερο πεδίο, όπου ικανοποιούνται συγκεκριμένα κοινωνικά και οικονομικά συμφέροντα και προτιμήσεις σε ένα κλίμα νεοφιλελευθερισμού; Επιπλέον, ποια θα είναι η κατανομή των «αγαθών» της παγκοσμιοποίησης με τρόπο ώστε η ελευθερία της δημοκρατίας και η οικονομική ενοποίηση να μην προσκρουούν στα οφέλη της ιδιωτικοποίησης, αλλά και να μη θιγεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια ομοίως και η πολιτισμική ιθαγένεια;

 

Συμπέρασμα

 

Συμπερασματικά, μπορεί να υποστηριχθεί η άποψη ότι εάν η «παγκοσμιοποίηση» θεωρηθεί ότι είναι μια ιδεολογία που σχετίζεται με το νεοφιλελευθερισμό και που υπηρετεί συγκεκριμένες πολιτικές και συμφέροντα που αυτές (οι πολιτικές) ικανοποιούν, γεγονός είναι ότι μέρος αυτής της προσέγγισης στηρίζεται σε πραγματικές αλλαγές (τουλάχιστον για συγκεκριμένες ομάδες ατόμων). Οι τρόποι που οι άνθρωποι εκφράζονται για την «παγκοσμιοποίηση» σήμερα μπορεί να εκδηλώνονται σαν ένας φευγαλέος ενθουσιασμός. Σε ένα βαθύτερο όμως επίπεδο, κάτι φαίνεται να αλλάζει στην οικονομία, στην πολιτική και στον πολιτισμό, που συνεπάγεται και αλλαγές στη δημόσια και ιδιωτική ζωή. Η δημόσια εκπαίδευση στις μέρες μας  βρίσκεται σε κρίσιμη φάση. Εάν συνεχίσει να λειτουργεί με τον τρόπο που παρουσιάζεται, σαν να μην υπήρχαν όλες αυτές οι απαιτήσεις των καιρών, οι ευκαιρίες αλλά και οι απειλές, μπορεί να διατρέξει ίσως τον κίνδυνο να παραγκωνιστεί από εκπαιδευτικές επιρροές που δεν εκπορεύονται τόσο από το δημόσιο έλεγχο και την κεντρική εξουσία.

Καταλήγοντας, θα μπορούσε να διατυπωθεί η άποψη ότι εκείνα που απειλούνται στις μέρες μας είναι ο δημοκρατικός τρόπος διακυβέρνησης και οι υποχρεώσεις του κράτους προς τη δημόσια εκπαίδευση καθώς και σε ζητήματα εκπαιδευτικών ευκαιριών.

 

Βιβλιογραφία

 

Αλμπάνης Ευ. (1998) Παγκοσμιοποίηση, Αθήνα: Tροχαλία, σσ. 23-27.

 

Apple, M. (1993) Official Knowledge: Democratic Education in a Conservative Age, New York and London: Routledge.

 

Arnove, R. & Torres, C.A. (eds.) (1999) Comparative Education: The Dialectic of the Global and the Local, Lahman, Md.: Rowman and Littlefield.

 

Barber, B. (1995) Jihad vs McWorld, New York: Ballantime Books.

 

Beyer, P. (1998) Globalization systems and religion(s), International Sociology, 13, 1, pp. 79-94.

 

European Journal of International Studies (1995) 5, 1. (Όλα τα άρθρα.)

 

European Journal of International Studies (1998), 9, 1. (Όλα τα άρθρα.)

 

Κiely, R. (1998) Globalization, post-fordism and the contemporary context of development, International Sociology, 13, 1, pp. 95-116.

 

Κittrie, N.N. (1995) The War against Authority: From the Crisis of Legitimacy to a NewSocial Contract, Baltimore and London:  J. H. University Press.

 

Reich, R.B. (1988) Education and the New Economy, Washington D.C.: National Education Association.

 

Reich, R.B. (1992) The Work of Nations: Preparing Ourselves for 21st Century e, pp. 81-9Capitalism, New York: Vintage Books.

 

Ritzer, G. (1998) The McDonaldization Thesis, London: Sag4.

 

Sayer, A. & Walker, R. (1992) The New Social Economy: Reworking the Division of Labor, Cambridge and Oxford: Blackwell.

 

ΤO ΒΗΜΑ (12-03-2001) Εφημερίδα.

 

Whitty, G. & Edwards, T. (1998) School Choice Policies in England and the United States: An exploration of their origins and significance, Comparative Education, 34, 2, pp. 211-227.