Κοινωνικοψυχολογικοί προβληματισμοί αναφορικά με τον κοινωνικοποιητικό ρόλο του σχολείου την εποχή της παγκοσμιοποίησης

 

Του Παύλου Α. Κυριακίδη

Αναπλ. Καθηγητή

του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

 

 

1. Παγκοσμιοποίηση: Ένα οικονομικό θέμα με προεκτάσεις στην Παιδεία.

 

Η Παγκοσμιοποίηση ξεκινά από την αντίληψη της οργάνωσης του κόσμου ως ενιαίου συνόλου. Είναι πρωτίστως και κυρίως οικονομικό θέμα. Η διαδικασία της Παγκοσμιοποίησης είναι μια πραγματικότητα την οποία κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Άλλωστε δεν θα είχε κανένα νόημα η συζήτηση γι’αυτήν, αν δεν βρισκόταν σε εξέλιξη το ιστορικό αυτό φαινόμενο.

Η προώθηση του καταναλωτισμού με απώτερο στόχο το κέρδος είναι στις προτεραιότητες των πολυεθνικών - παγκοσμίων επιχειρήσεων. Οι διογκούμενες πλασματικές ανάγκες υπαγορεύονται από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις. Ωστόσο ακόμη και αυτή η καθαρά οικονομική πλευρά παρουσιάζει πολλές αμφισβητήσεις και δεν είναι ουσιαστικά υπέρ των λαών αλλά υπέρ ορισμένων οικονομικών κύκλων. (Βεργόπουλος, Κ.: (1999) σελ. 377).

Είναι γεγονός ότι η Παγκοσμιοποίηση έχει και θετικά αποτελέσματα όπως η συνεργασία όλων των λαών σε θέματα υγείας, περιβάλλοντος, καταπολέμησης της εγκληματικότητας, της προώθησης κοινής τεχνολογίας, της πληροφόρησης, της οικονομίας αλλά και της καθιέρωσης της δημοκρατίας ως κοινώς παραδεκτού πολιτεύματος.

Η Παγκοσμιοποίηση είναι κυρίως οικονομικό θέμα, η ηθική και πνευματική καλλιέργεια του λαού ούτε την αφορά ούτε την εγγίζει, αλλά ούτε την ενδιαφέρει. Παρά ταύτα δεν πρόκειται μόνον για την οικονομία, αλλά και για άμεση ή έμμεση προβολή ενός συστήματος σκέψεως που αγνοεί ή καταστρέφει τις ιδιαιτερότητες των επιμέρους λαών και ανθρώπων. Αυτή παραμερίζει ή και διαλύει αξίες όπως η φιλία, η εντιμότητα, η εγκράτεια προβάλλοντας ένα καταναλωτικό πρότυπο, υπό την επίδραση του οποίου συχνά συνθλίβονται οι ανθρώπινες σχέσεις. (Αναστάσιος: ( 2001), σελ. 250).]

 

2. Το Σχολείο ως κοινωνικοποιητικός μηχανισμός.

Όπως τονίστηκε ήδη, η παγκοσμιοποίηση συνέβαλε και συμβάλλει ταχύτερα σε τεράστιες αλλαγές στο κοινωνικό γίγνεσθαι, γεγονός που δεν μπορεί να αφήσει ανέπαφο και τον κοινωνικοποιητικό ρόλο του σχολείου. Τα τελευταία 20 χρόνια παρατηρούνται έντονες ανακατατάξεις σε όλα τα επίπεδα της ζωής των ατόμων και των κοινωνιών.

Είναι γνωστό ότι ολόκληρη η εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στο σχολείο εξυπηρετεί τη θεμελιώδη ανάγκη κοινωνικοποίησης του μαθητή. Η οργάνωση του σχολείου και το πρόγραμμα αποτελούν βασικά εργαλεία με τα οποία η προηγούμενη γενιά μεταλαμπαδεύει στη νεότερη πολιτιστικά αγαθά και πληροφορίες, με απώτερο σκοπό την ομαλή κοινωνικοποίηση και προσαρμογή της στην κοινωνία. Ο μαθητής στο σχολείο δεν αποκτά μόνον γνώσεις, τις οποίες μπορεί να πάρει και εκτός σχολείου, αλλά και τρόπο ζωής. (Ιντζεσίλογλου Ν.: (1994), σελ. 183).

Πάντοτε αλλά κυρίως τώρα, το σχολείο έχει την ευθύνη να βοηθήσει όλους τους μαθητές, ώστε να έχουν ίσες ευκαιρίες επιτυχίας στη ζωή, ανεξάρτητα από εθνική, φυλετική και κοινωνική προέλευση. (Μάρκου Γ.: (1997α), σελ. 245).

Το σχολείο προετοιμάζει τους πολίτες που θα ανήκουν αύριο -αλλά και σήμερα- σε διάφορα κοινωνικά σύνολα όπως είναι η οικογένεια, η φυλή, το έθνος, μια θρησκευτική κοινότητα, ένα πολιτικό κόμμα κ.λπ.

Η εικόνα - αναπαράσταση του εαυτού κάθε ανθρώπου μπορεί να κατασκευάζεται με βάση τη γνώση και ερμηνεία του παρελθόντος του ή με βάση μια προοπτική για το μέλλον του ή σε συνδυασμό και των δύο. Η ύπαρξη πάντως μιας κοινής και μακρόχρονης παράδοσης όχι μόνον εκφράζει και επομένως επιβεβαιώνει την ύπαρξη μιας συλλογικής ταυτότητας, αλλά ενισχύει τη συγκρότησή της. (Ιντζεσίλογλου Ν.: (1994), σελ. 178-79), (Κυριακίδης Π.: (2001), σελ. 180).

Ο ρόλος του σχολείου ως κοινωνικοποιητικού μηχανισμού, εκτός των άλλων είναι να προσφέρει θετικά στερεότυπα αποδομώντας τα αρνητικά. Τίθεται όμως μία σειρά ερωτημάτων: ποιες είναι αυτές οι δυνατότητες που έχει, πώς θα πετύχει σ’αυτόν το στόχο, κατά πόσο συμβάλλουν οι διάφοροι παράγοντες όπως ο ίδιος ο μαθητής, ο καθηγητής, οι συμμαθητές, οι γονείς όλων των μαθητών, η διεύθυνση του Σχολείου, το Πρόγραμμα, η περιρρέουσα κοινωνική ατμόσφαιρα κ.ά.

Μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης γεννιέται η συναίσθηση στο άτομο ότι αποτελεί τμήμα ενός ιδιαίτερου «εμείς», το οποίο χαρακτηρίζεται από κάποιες σημαντικές ιδιότητες, σε αντίθεση με άλλα άτομα εκτός του συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου. Το άτομο αυτό καλύπτεται από το «εμείς», το οποίο αποτελείται από τα μέλη μιας χώρας.

Η ατομική ταυτότητα συγκροτείται βάσει κάποιων αμετάβλητων ή σχετικά σταθερών ιδιοτήτων που χαρακτηρίζουν τη σχέση ενός ανθρώπου τόσο με τον εσωτερικό του εαυτό όσο και με τα άλλα μέλη ενός ή περισσότερων κοινωνικών συνόλων/συστημάτων. (Zavalloni at all: (1996), σελ. 163). Η κατασκευή της εθνικής ταυτότητας εξάλλου είναι μια πολιτισμική αντικειμενική πραγματικότητα, την οποία οφείλει να λάβει υπόψη ο Έλληνας Δάσκαλος που ζει μέσα στο πνεύμα μιας Παγκοσμιοποίησης, η οποία όπως προαναφέρθηκε δεν περιορίζεται στον οικονομικό μόνον τομέα, αλλά διεισδύει σε όλες τις περιοχές της ζωής. Είναι υποχρεωμένος να αναπροσαρμόσει το εκπαιδευτικό του υλικό ανεξάρτητα από τις υποκειμενικές του προτιμήσεις, επιλογές και αξιολογήσεις. (Ιντζεσίλογλου Ν.: (2000), σελ. 189).

Το σύγχρονο σύστημα της Ελληνικής Παιδείας, παρά τις όποιες αδυναμίες του, αποτελεί μια πανίσχυρη κοινωνικοποιητική δύναμη και είναι φυσικό ο κάτοχος αυτής της Παιδείας να αισθάνεται ότι είναι μέρος ενός ιστορικού μορφωτικού κόσμου, ο οποίος υποσυνείδητα τον διαφοροποιεί από αυτούς που δεν μετέχουν σ’αυτόν. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Έλληνας Εκπαιδευτικός είναι πώς την Ελληνική αυτή Παιδεία θα τη συνδυάσει με τη διαφορετικότητα των ξένων πολιτιστικών στοιχείων μέσα στην Τάξη. Είναι φυσικό να επέλθουν αλλαγές στο πρόγραμμα και το περιεχόμενο του σχολείου, όμως στο βωμό μιας σύνδεσης με την παγκόσμια οικονομία και έναν άμορφο διεθνισμό, δεν πρέπει να θυσιάζονται αξίες εθνικής κληρονομιάς, ιδιοτυπίας και ιδιομορφίας ενός λαού.

Το έργο αυτό του σχολείου δεν είναι απλό, αφού οι ιδιότητες με βάση τις οποίες κατασκευάζεται μια συλλογική ταυτότητα προσδιορίζονται από τα διάφορα στάδια ή μηχανισμούς κοινωνικοποίησης μεταξύ των οποίων το σχολείο αποτελεί έναν από τους βασικούς. Οι οικογένειες όμως των πολιτιστικά διαφορετικών ατόμων (μετανάστες κάθε είδους), ενταγμένες σε ευρύτερες ομάδες με δική τους εσωτερική οργάνωση και δικτύωση, διατηρούν τα πολιτιστικά στοιχεία της χώρας προέλευσής τους αναλλοίωτα και δρώντας παράλληλα με το σχολείο, αναδεικνύονται σε μηχανισμούς που ακυρώνουν την κοινωνικοποιητική του λειτουργία.

Τα μέλη των ομάδων αυτών φαινομενικά προσαρμόζονται στις στοιχειώδεις απαιτήσεις της ελληνικής κοινωνίας αδυνατούν όμως να συμμετάσχουν στα πολιτιστικά στοιχεία του τόπου, του οποίου βασικό πολιτιστικό στοιχείο είναι η Ελληνική Παιδεία.

 

 

3. Ερωτήματα και προβληματισμοί αναφορικά με τα όρια ευθυνών και δυνατοτήτων του Σχολείου και των Εκπαιδευτικών.

 

Κάθε εκπαιδευτικός, διερωτάται τι θα γίνει με το νέο πνεύμα της Παγκοσμιοποίησης αφενός και του κύματος των μεταναστών που κατακλύζουν τη χώρα και τα παιδιά τους καταλαμβάνουν πολλές θέσεις μέσα στην αίθουσα του ελληνικού Σχολείου αφετέρου. Ποια ψυχοκοινωνική ταυτότητα θα αποκτήσει ο Έλληνας και αλλοδαπός μαθητής την εποχή της Παγκοσμιοποίησης; Δεν μπορούν να παραμείνουν ίδιοι οι στόχοι της Αγωγής και της Παιδείας γενικότερα, διότι το Σχολείο θα υποχρεωθεί (Πρόγραμμα - Δάσκαλος) να τροποποιήσει τους στόχους του και να τους προσαρμόσει στα νέα δεδομένα.

Όταν ο αριθμός των αλλοδαπών μαθητών μεγαλώνει μέσα στην αίθουσα και φαίνεται καθαρά η πολυπολιτισμική σύνθεση της τάξης, διερωτάται κανείς αν θα παραμείνει το Ελληνικό ιδεώδες της αγωγής ή θα προετοιμάζονται πολίτες για μια παγκόσμια οικονομική κοινότητα, αφού κύριο μέλημα και στόχος της Παγκοσμιοποίησης είναι η οικονομία, η αγορά. Θέματα όπως της Ιστορίας, της Θρησκείας, της Λογοτεχνίας είναι φυσικό να χάνουν σε σημαντικότητα για χάρη της πολυπολιτισμικής κοινωνικοποίησης. Το ίδιο προβληματικός είναι και ο τονισμός και η έξαρση των εθνικών μας συμβόλων.

Είναι φυσικό να διερωτάται ο κάθε δάσκαλος, ποιον άνθρωπο ετοιμάζει; Με ποιους στόχους ζωής και ποια ιδανικά; «Πολλοί διερωτώνται αγωνιωδώς αν οδηγούμεθα σε παγκόσμια κοινότητα ή σε παγκόσμιο πολτό» (Αναστάσιος: (2000), σελ. 29).

Υπάρχει κίνδυνος μήπως στο βωμό του χρήματος θυσιαστεί και κάθε πολιτιστική και ηθική αξία. Μήπως η μεγιστοποίηση της παραγωγής, το παγκόσμιο εμπόριο και η μετακίνηση χρήματος από ένα σημείο του πλανήτη σε άλλο θα γίνουν κύριοι στόχοι οι οποίοι θα παραγκωνίσουν την Ελληνική Παιδεία. Μήπως ο άτεγκτος νόμος της αγοράς εκτοπίσει διδακτικό υλικό με ανθρωπιστικό περιεχόμενο.

Στο όνομα του σεβασμού του πολιτισμού και της αξιοπρέπειας του ‘‘άλλου’’ κινδυνεύει να χαλαρώσει ο κοινωνικός ιστός του τόπου, ενώ διακρίνονται ήδη φαινόμενα κοινωνικών ομαδώσεων και γκετοποίησης μεταναστών κάθε είδους. Μέσα στις ομάδες αυτές η οικογένεια του αλλοδαπού κρατά με πείσμα πολιτιστικά στοιχεία δύσκολα εφαρμόσιμα στον δικό μας πολιτισμό. (Ενδυμασία γυναικών Ισλάμ).

Οι διεθνείς σχέσεις πάντοτε αλλά ιδιαίτερα τώρα, την εποχή της Παγκοσμιοποίησης, κυριαρχούνται και επηρεάζονται συνολικά από μια υλική και υλιστική νοοτροπία, ενώ το πνεύμα της Ελληνικής Παιδείας στοχεύει στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων ανθρώπων. Είναι πράγματι θετικό για την Ελληνική Παιδεία το γεγονός ότι η δημοκρατία αποτελεί τον πυρήνα της πολιτικής. Μια Δημοκρατία όμως όχι των κατόχων των Μ.Μ.Ε αλλά μορφωμένων και ανεξάρτητα σκεπτομένων πολιτών. Αντίθετα οι πλείστοι των οικονομικών μεταναστών προέρχονται από χώρες όπου οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι άγνωστες .

Ο Έλληνας Παιδαγωγός - Δάσκαλος και Καθηγητής- αξιοποιεί το υλικό που έχει σε σχέση με την παγκοσμιοποίηση του σημερινού μαθητή - αυριανού πολίτη, χωρίς να παραθεωρεί την ελληνική πολιτισμική παρακαταθήκη, τις ευρωπαϊκές αξίες που έχουν ρίζες ελληνικές και χριστιανικές. Με τον όρο ελληνικές εννοείται όχι μόνο η Αρχαιοελληνική κλασική παιδεία αλλά και η Βυζαντινή, αφού γλωσσικά είναι συνέχεια της Αρχαιοελληνικής με περιεχόμενο την ορθόδοξη πίστη, παράδοση και ζωή.

Το παιδί και ο έφηβος έχει ανάγκη από οράματα, στόχους ζωής, ιδανικά. Η παγκοσμιοποίηση αναφέρεται μόνον στις οικονομικές ανάγκες και στην καλύτερη περίπτωση σε έναν γενικόλογο σεβασμό για τον άνθρωπο, καθώς επίσης διατείνεται ότι παραδέχεται το «διαφορετικό», όμως στην πράξη αυτό συμβαίνει συνήθως όταν ο διαφορετικός είναι και ισχυρός. Μόνον το σχολείο θα εμπνεύσει μια κοινωνικοποίηση που σέβεται το διαφορετικό, το ασθενέστερο.

Μόνο μέσο εξανθρωπισμού των ανθρώπων παραμένει η Εκπαίδευση, η Παιδεία, η Αγωγή που ανοίγει στο άτομο ορίζοντες για να αντιπαλέψει σε έναν κόσμο άδικο και εν πολλοίς παράλογο.

 

 

4. Βασικές συνιστώσες της κοινωνικοποίησης στο σχολείο.

Το βάρος της κοινωνικοποίησης εκτός από τις διοικητικές διαδικασίες του Σχολείου επιμερίζεται σε ορισμένα μαθήματα των οποίων το υλικό είναι διαφορετικό σε κάθε χώρα. Παρά ταύτα, οι φυσικές επιστήμες, τα μαθηματικά και ορισμένα μαθήματα που έχουν σχέση με την τεχνολογία είναι σχεδόν κοινά σε πολλά οικονομικά προηγμένα κράτη.

Είναι γνωστό πως η διδασκαλία κυρίως της γλώσσας εμπεριέχει θέματα κοινωνικής συμβίωσης ζωτικής σημασίας και τούτο διότι η γλώσσα δεν είναι απλώς «το κύριο σύστημα επικοινωνίας και η δομημένη διάταξη ήχων, με τρόπο που να σχηματίζουν ευρύτερες ενότητες απαραίτητες για την επικοινωνία» (Αλμπάνης Ε.(2000) σελ. 45), αλλά ταυτόχρονα διαμορφώνει και τη σκέψη (Κυριακίδης Π. (2000), σελ. 75) και προσδιορίζει την αντίληψη και κατανόηση του κόσμου. Η λεξιπενία που χαρακτηρίζει τους Νέους μας γίνεται ήδη αισθητή σε όποιους παρακολουθούν το λεξιλόγιο κοινών δραστηριοτήτων σε πολλούς τομείς της ζωής. Ο φτωχός λόγος οδηγεί στη φτωχή σκέψη και συνεπώς στο φτωχό πολιτισμό. Η σιωπή στην οικογένεια μπροστά στη γυάλινη οθόνη ετοιμάζει ανθρώπους με πενιχρό λεξιλόγιο που σημαίνει πίεση της σύγχρονης μορφής ζωής πάνω στον εθνικό γλωσσικό πλούτο.

Το γεγονός αυτό τονίζει την απόλυτη ανάγκη, ιδιαίτερα οι δάσκαλοι και οι παιδαγωγοί όλων των βαθμίδων, να επιμένουν στη μετάδοση του πλούτου της Ελληνικής Παιδείας στη νεότερη γενιά. Από το παραμύθι του Νηπιαγωγείου ως την ανάλυση των τραγουδιών στο Λύκειο είναι ανάγκη η Ελληνική Γλώσσα να προσφέρεται στη νεότερη γενιά, όχι ως εργαλείο μόνον αλλά και ως μέρος ενός πολιτισμού που άντεξε και θα αντέξει στην Ιστορία. Η Ελληνική γλώσσα, ιδιαίτερα από όλες τις άλλες είναι φορέας ιστορικού πολιτισμού.

Σχεδόν οι γλώσσες όλων των λαών σήμερα παίρνουν στοιχεία της αγγλικής γλώσσας. Ήδη στην πληροφορική, την οικονομία, τις κατασκευές, τον αθλητισμό έχουν μπει πάρα πολλές αγγλικές λέξεις. Η γνώση αυτή τελικά γίνεται σε βάρος της μητρικής γλώσσας, δηλαδή της Ελληνικής, και του Εθνικού μας Πολιτισμού. Δεν αναφέρεται το γεγονός ότι αυτή η παγκοσμιοποιημένη πια γλώσσα δεν είναι πλέον φορέας του αγγλικού πολιτισμού αλλά ενός παγκοσμιοποιημένου.

Λέγεται για την Ευρώπη ότι δεν μπορεί να λάβει σάρκα και οστά αν δεν λάβει υπόψη της την ιστορία. «Μια Ευρώπη χωρίς ιστορία θα ήταν ορφανή και θλιβερή». (Tilly Ch. (1998), πρόλογος ). Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα για τον επιπρόσθετο λόγο ότι δεν είναι πολυάνθρωπη. Αν για τους μεγάλους λαούς διακηρύσσεται το τέλος της Ιστορίας, πολύ περισσότερο αυτό θα συμβεί για το τέλος της Εθνικής μας Ιστορίας αν δεν συνειδητοποιήσουμε τον κίνδυνο και δεν ετοιμαστούμε εγκαίρως και καταλλήλως.

Σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία έννοιες όπως πατρίδα και εθνική παράδοση θα χάσουν σημαντικό μέρος του νοήματός τους. Παρά ταύτα το γεγονός αυτό δεν ακυρώνει τις θυσίες των ηρώων όλων των λαών που αγωνίσθηκαν κατά της σκλαβιάς και υπέρ της ελευθερίας. Το ίδιο ισχύει και για όλους τους κοινωνικούς αναμορφωτές και τους σκαπανείς του πολιτισμού κάθε χώρας. Το να ανήκει ένα άτομο σε κάποια μικρή ή μεγάλη ομάδα, όπως είναι το έθνος, έχει μεγάλη ψυχοκοινωνική σημασία, αφού κάθε άνθρωπος αισθάνεται την ανάγκη να ταυτίζεται με αυτήν.

 Για μας τους Έλληνες είναι σπουδαίος ο λόγος ύπαρξης και διατήρησης του «Εμείς» ως ξεχωριστής οντότητας και η Ιστορία είναι μια πηγή που αρδεύει την ανάγκη αυτή. Ακόμη για τον Ελληνικό λαό η ορθόδοξη πίστη είναι μέρος της πεμπτουσίας του πολιτισμού του, με ταυτόχρονο σεβασμό όλων των άλλων θρησκειών και δογμάτων. Το σχολείο δεν μπορεί να αγνοεί την πραγματικότητα αυτή.

Το σχολείο αντανακλά την κοινωνική πραγματικότητα. Όμως αυτό δεν αρκεί. Οφείλει να έχει και προοπτική. Να προμηθεύει εργαλεία χειρισμού του παρόντος και του μέλλοντος. Η αμφισβήτηση, η αγωγή κριτικής σκέψης, οι ανοιχτοί ορίζοντες του μαθητή είναι το υπεύθυνο έργο του Ελληνικού σχολείου.

Ο Έλληνας εκπαιδευτικός καλείται να εργασθεί έχοντας υπόψη του την πολιτισμική και εθνοτική διαφορά των μαθητών του. Ακόμα και οι ομογενείς φέρουν πολιτισμικά στοιχεία που δεν είναι ταυτόσημα με τα Ελληνικά. Τα προβλήματα γίνονται εμφανέστερα με τους αλλοδαπούς μαθητές και κυρίως αυτούς που η πολιτιστική τους προέλευση είναι τελείως διάφορη της Ελληνικής.

Έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι ο ελληνικός πολιτισμός περιλαμβάνει πολλά χαρακτηριστικά γνωρίσματα, τα οποία είτε εν δυνάμει είτε εν ενεργεία βοηθούν προς μια παγκόσμια προοπτική. Μέσα στον συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο, βασικό μέσο επιβίωσης κατά την περίοδο της Παγκοσμιοποίησης είναι η εντατική και ορθή μελέτη της Ελληνικής Γραμματείας από τους Αρχαίους Έλληνες ως τους συγχρόνους και ο τονισμός της μόνιμης επικαιρότητας των ιδεών τους.
                            
ZUSAMMEN FASSUNG

 

Grundlegende Idee der Globalisierung ist dass die ganze Welt eine Einheit ist. Reiche Länder und internationale Wirtschaftsmächte zeigen grosses Interesse für die ungestörte Zirkulation von Geld und Güter. Mit Hilfe  der Informatik es wurde ein rasses Wandel in vielen Bereichen des sozialen und Wirtschafstlebens. Dieser Wandel lässt auch das Schulsystem vieler Ländern nicht unberührt.

Die Role der Schule als Sozialisationsfaktor ist damit auch geändert. Die Schule hat die Kinder von Emigranten zu helfen um besser in den neuen Konstellationen sich anzupassen, ohne ihre Kultur zu vernachlässigen. Die Funktion der Schule als Sozialisationsfaktor hat vieles anzunehmen diesen Zweck zu dienen.

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 Αλμπάνης Ευστράτιος (1998): Παγκοσμιοποίηση, εκδ. Πρόχορος.

 Αναστασίου (Γιαννουλάτου) Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας (2000): Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία. Ακρίτας, Αθήνα.

 Βεργόπουλος Κώστας (1999): Παγκοσμιοποίηση, η μεγάλη Χίμαιρα, εκδ. ‘‘Νέα Σύνορα’’ Α. Λιβάνης.

 Γιανναράς, Χ. (1983): Η Νεοελληνική Ταυτότητα, Γρηγόρης.

 Zavalloni, M. - Louis - Guerin,C. (1996): Κοινωνική ταυτότητα και συνείδηση, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.

 Ιντζεσίλογλου Νικόλαος (1983): Η κοινωνικοποίηση του ατόμου, Παρατηρητής, Θεσ/νίκη.

 Ιντζεσίλογλου Νικόλαος (1994): Ελληνική Πολιτισμική Ταυτότητα.

 Ιντζεσίλογλου, Ν. (2000): Περί της κατασκευής συλλογικών ταυτοτήτων. Το παράδειγμα της εθνικής ταυτότητας. Στο συλ. έργο: Κωνσταντοπούλου Χ. κ.ά.: ‘‘Εμείς’’και οι ‘‘άλλοι’’, Εθν. Κέντρο Κοινων. Ερευνών, Τυπωθήτω, Αθήνα 2000.

 Κυριακίδης Παύλος Α. (2000): Κοινωνική Ψυχολογία, Δημοσιεύματα Παν/μίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα.

Κυριακίδης Παύλος Α. (2001): Κοινωνία και προσωπικότητα, Δημοσιεύματα Παν/μίου Ιωαννίνων, Ιωάννινα.

Κωνσταντοπούλου, Χρ. et all (2000): ‘‘Εμείς’’ και οι ‘‘άλλοι’’, Δαρδανός.

Μάρκου, Γ. (1997 α): Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπ/ση, Αθήνα.

Μάρκου, Γ. κ.ά. (1997 β): Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών. Κέντρο Διαπολιτισμικής Αγωγής Παν/μίου Αθηνών, Αθήνα.

Μπεκ, Ούλριχ (1999): Τι είναι Παγκοσμιοποίηση; Καστανιώτης, Αθήνα.

Ραμονέ Ιγνάσιο: Η γεωπολιτική του Χάους, εκδ. Πόλις.

Ρώμας Χρίστος (2001), (Επιλογή κειμένων): Παγκοσμιοποίηση, Αισιόδοξη προοπτική ή απειλή;  εκδ. Σαββάλας.

Σωτήρχος Π.Μ.: Αντιμέτωποι με το Θηρίον (Η Παγκοσμιοποίηση κι εμείς), εκδ. Ν.Δ. Παναγόπουλος, Αθήνα.

Tilly, Charles (1998): Οι Ευρωπαϊκές επαναστάσεις 1498-1992, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα.

Τσαούσης Δημήτριος (1983): Ελληνισμός και Ελληνικότητα. Το πρόβλημα της νεοελληνικής ταυτότητας. Ιδεολογικοί και βιωματικοί άξονες της Νεοελληνικής Κοινωνίας, Αθήνα.

Τσεκούρας, Γιάννης (2001): Περί Παγκοσμιοποιήσεως. Απόψεις-Προτάσεις για τον εκσυγχρονισμό της Ελλάδας, εκδ. ‘‘Αγώνας’’, Αθήνα.