Ο ρόλος της παιδείας στην κοινωνία της παγκοσμιοποίησης

 

 

Της Σοφίας  Κανάκη-Πρωτόπαπα

      Δρ.φιλ.

 

1.       Εισαγωγή

Η εξάρτηση της οικονομίας κάθε χώρας από το παγκόσμιο εμπόριο, η ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας και συγκοινωνίας, η αύξηση των γνώσεων με ραγδαίο ρυθμό και η ευκολότερη πρόσβαση σε αυτές, η μετακίνηση των πληθυσμών και η δημιουργία πολυπολιτισμικών κοινωνιών είναι όλα χαρακτηριστικά του φαινομένου που ονομάζεται παγκοσμιοποίηση.

Η παγκοσμιοποίηση έχει  δύο όψεις: θετική και αρνητική. Στη θετική περιλαμβάνονται η άρση του στείρου εθνικισμού, η γόνιμη επαφή του εθνικού πολιτισμού με τα πολιτιστικά στοιχεία άλλων λαών και όχι η περιφορά  των εξελίξεων γύρω από ένα εθνικό κέντρο. Στην αρνητική περιλαμβάνονται η γλωσσική αλλοτρίωση, η περιφρόνηση ηθών και εθίμων, η άκριτη υιοθέτηση ξένων τρόπων ζωής, οι ανεξέλεγκτες εξελίξεις της γενετι-κής και της τεχνολογίας.  Οι αντιρρήσεις δηλαδή για την παγκοσμίοποίηση συνήθως δεν είναι οικονομικές, αλλά κοινωνικές, ηθικές και πάνω απ’ όλα πολιτισμικές.  Ποιοι όμως πολιτισμοί παρέμειναν αναλλοίωτοι στη διάρκεια του χρόνου;

 

2.        Ιστορική αναδρομή                                                        

Στην ελληνική αρχαιότητα οι αμφικτιονίες δεν ήταν ούτε κατά προσέγγιση αυτάρκεις.  ΄Ηταν  ολιγαρκείς, ανεξάρτητες η μια από την άλλη και μεταξύ τους οριοθετημένες.  Στην πολιτισμική κοινότητα η πολιτική πράξη προηγείται της πολιτικής θεωρίας, με ένα χαρακτήρα λαϊκού δικαίου.  Τα  μέλη υποχρεώνονταν με εορταστικό όρκο, «να μην καταστρέφουν καμιά πόλη της αμφικτιονίας, να μην την αφήνουν να πεινάσει, ούτε να της κόβουν το τρεχούμενο νερό,  τόσο σε καιρό πολέμου όσο και σε  καιρό ειρήνης». ΄Ενα συμβούλιο ήταν αρμόδιο για απονομή δικαιοσύνης στις σχέσεις των πόλεων (Ehrenberg, V., 1965). 

Τον 6ο π.Χ. αιώνα οι κοινωνικοπολιτικές και τεχνολογικές εξελίξεις, η ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας και του εμπορίου διευκόλυναν την επικοινωνία και τη γνωριμία με άλλους πολιτισμούς και βοήθησαν την οικονομία.  Η ελληνική σκέψη ήταν ανοιχτή, είχε κοσμικό χαρακτήρα.  Δεν υπήρχε διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις επιστήμες.  Οι μαθηματικοί ασχολούνταν με τη φιλοσοφία και την ηθική, οι κωμωδιογράφοι με τα μαθηματικά και οι πολίτες φιλοσοφούσαν.  Στις δημοκρατικές πόλεις οι καταρτισμένοι με αυτόν τον τρόπο άνθρωποι ήταν περισσότερο χρήσιμοι πολίτες, στο να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της πόλης και να λύνουν προβλήματα της κοινωνίας, όπως ο Θαλής. ο Ηράκλειτος, ο Εμπεδοκλής (Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ.,1998).

Το ξεκίνημα ενός κοσμοπολιτισμού στην ελληνική αρχαιότητα βρίσκεται έξω από τους επικρατέστερους φιλοσόφους Πλάτωνα και Αριστοτέλη, περισσότερο από μια γενιά πριν από τον Πλάτωνα, τότε που εμφανίζεται η φιλοσοφία πολύ προχωρημένη της εποχής της.  Πρώτος ο Ηράκλειτος αναφέρεται στο όνομα μιας παγκόσμιας τάξης: «το αντίξουν συμφέρον και εκ των διαφερόντων καλλίστην αρμονίαν».(Αριστ. Ηθ. Νικ.θ2.1155 β 4). Ο Δημόκριτος αντιλαμβάνεται την παγκοσμιοποίηση, ως συνεί-δηση ενός κοινού κόσμου : «ανδρί σοφώ πάσα γη βατή· ψυχής γαρ αγαθής πατρίς ο ξύμπας κόσμος». (Stob. 40, 7).  Η πρόταση θα μπορούσε αρχικά να δώσει ένα επικοινωνιακό μοντέλο και συγχρόνως ένα μοναδικό μοντέλο παγκόσμιου δικαίου.  Κριτικάρει τον πολιτικό τοπικισμό, όπως και άλλοι προσωκρατικοί και κάνει λόγο για την ικανότητα του ανθρώπου να ζει καλά αν θέλει : «ουκ αν εκώλυον οι νόμοι ζην έκαστον κατ’ ιδίην εξουσί-ην, ει μη έτερος έτερον ελυμαίνετο· φθόνος γαρ στάσιος αρχήν απεργάζεται» (Stob. III 53).  O Αναξαγόρας, σύμβουλος του Περικλή στην αθηναϊκή δημοκρατία, θεωρούσε ότι στην κοινωνική ζωή πρέπει να επικρατεί τάξη όπως και στον κόσμο : «ου κεχώρισται αλλήλων τα εν τω ενί κόσμω ουδέ αποκέπτονται πελέκει ούτε το θερμόν από του ψυχρού ούτε το ψυχρόν από του θερμού. (Σιμπλ. Φυσ. 175, 11).

  Σοφιστές όπως ο Αντιφών αναφέρονται σε ανθρωπολογικές γενικότητες: «τους εκ καλών πατέρων επαιδούμεθά τε και σεβό-μεθα, τους δε εκ μη καλού οίκου όντας ούτε επαιδούμεθα ούτε σεβόμεθα. εν τούτω δε προς αλλήλους βεβαρβαρώμεθα, επεί φύσει πάντα πάντες ομοίως πεφύκαμεν και βάρβαροι και Έλληνες είναι. . . ούτε βάρβαρος αφώρισται ημών ουδείς ούτε Έλλην· αναπνέομεν τε γαρ εις τον αέρα άπαντες κατά το στόμα και κατά τας ρίνας και εσθίομεν χερσίν άπαντες. . . (Papyri Ox, XI, 1364).              Ο πυρήνας της έννοιας του φιλοσοφικού κοσμοπολιτισμού φτάνει μέχρι το Σωκράτη (Cicero, Tusculanae disputationes V8) και το μαθητή του Διογένη τον Κυνικό, από τη Σινόπη, ο οποίος στην ερώτηση από πού κατάγεται απάντησε : πολίτης του κόσμου (Διογ. Λαέρ. VI 63).    

Η άποψη του κόσμου ως κοινή πόλη των ανθρώπων εμφανίζεται και στους θεμελιωτές της Στωικής φιλοσοφίας, τον Ζήνωνα από το Κίτιο και τον Χρύσιππο. Η τόσο αξιοζήλευτη πολιτεία του Ζήνωνα τείνει προς ένα και μοναδικό σκοπό: στο να μη ζούμε πια σε πόλεις-κράτη ή σε κοινότητες με διαφορετικούς νό-μους, αλλά στο να θεωρούμε ολόκληρη την ανθρωπότητα ως ένα ενιαίο πολιτικό σύνολο (Πλουτ. Περί Αλεξάνδρου τύχης Ι 6).    Στον Επίκουρο τα πράγματα εμφανίζονται διαφορετικά.  Οι ανήκοντες στον κόσμο να μπορούν να αφήνουν την πατρίδα ως κράτος, αλλά όχι τη γλώσσα τους και τον πολιτισμό τους (Διατριβές). 

Μετά την παρακμή των ελεύθερων πόλεων-κρατών γίνεται ο κοσμοπολιτισμός το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της επο-χής του Αλεξάνδρου, ένα αξίωμα της πολιτικής πραγματικότητας.  Ο ελληνιστικός πολιτισμός εκπροσωπεί έναν κόσμο ενωμένο με κοινότητα αξιών και γλωσσικής έκφρασης (Σιρινελί, Ζ., 2001).  Δημιουργεί την ανάμιξη των εθνοτήτων, ζει ένας μεγάλος αριθμός θρησκειών και θρησκευτικών δογμάτων ειρηνικά το ένα δίπλα στο άλλο και διεθνής γλώσσα είναι η αττική διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας (Hoeffe, O.,1999).        Η Αθήνα, που για τον Ισοκράτη ήταν σχολή της Ελλάδας, γίνεται το σχολείο όλου του ελληνοποιημένου κόσμου.  Με τη μεσολάβηση των Ρωμαίων επέρχεται ενότητα στο χώρο και στο χρόνο.  Ο ελληνισμός θα ανθίσει σε απομακρυσμένες περιοχές και όσο και αν αποφύγομε να εμβαθύνομε στο πολυσυζητημένο θέμα του εξελληνισμού της Ανατολής παραμένει αδιαμφισβή-τητο το γεγονός ότι βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα ευμεταύλητο μωσαϊκό κοινοτήτων με διαφορετική εθνική προέλευση, γλώσ-σα, ήθη και πολιτικά συστήματα.  Παρόλα αυτά, όλα τα τμήματα αυτού του κόσμου επικοινωνούν μεταξύ τους. Η ένωση, λοιπόν, πλουραλισμού και ανεκτικότητας (Pluralismus und Toleranz) ήταν γνωστή στους αρχαίους και επανέρχεται στο προσκήνιο στη νέα ευρωπαϊκή εποχή. 

Πρώτος ο Καντ επιτυγχάνει να συνθέσει τις διαφορετικές ιδεολογικές κατευθύνσεις και να αναπτύξει τη μέχρι σήμερα σημαντική θεωρία μιας απεριόριστης τάξης δικαίου και ειρήνης. Σχεδόν όλες οι μεταγενέστερες σκέψεις παραπέμπουν εκεί. Ο σημαντικότερος ανάμεσα στους φιλοσόφους του διαφωτισμού, εκτός από τον Καντ, ο οποίος παραθέτει μια θεωρία διεθνούς δικαίου και παγκόσμιας ειρήνης είναι ο Bentham (Hoeffe, O., 1999). O Κarl Popper, στη σύγχρονη εποχή, αναφέρεται εκτενώς στην εδραίωση θεσμών, για την παρεμπόδιση του διεθνούς εγκλήματος και συσχετίζει την αστική με τη διεθνή ειρήνη. Το κράτος, λέει, πρέπει να προστατεύει τον πολίτη, αλλά και ο κάθε διεθνής οργανισμός πρέπει τελικά να προστατεύει τον άνθρωπο ως άτομο(Popper, K.R., 1980).                                    

3.           Η παγκοσμιοποίηση σήμερα.  Η θέση της Ελλάδας.       

     Ο κόσμος αλλάζει συνεχώς.  Όταν εδώ και δώδεκα χρόνια γκρεμιζόταν το τείχος του Βερολίνου, έγινε λόγος για τη «νέα σκέψη» θεμέλιο της οποίας ήταν η επικράτηση οικουμενικών ηθικών αξιών όπως της ελευθερίας, της δημοκρατίας, των ίσων ευκαιριών και αργότερα ίσως και της ισότητας.                            Ο ισχυρισμός ότι η παγκοσμιοποίηση κάνει τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους δεν ευσταθεί.       Μια μελέτη 117 χωρών, που έγινε από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρτ το 1995 έδειξε ότι οι οικονομίες που ήταν ανοιχτές στο παγκόσμιο εμπόριο αναπτύσσονταν με ρυθμούς 4,5 % ετησίως κατά τη διάρκεια του 70 και του 80, ενώ οι κλειστές οικονομίες αναπτύσσονταν με μόλις 0,7 %.                                    Η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί τη βάση για την οικοδόμηση μιας κοινωνίας αλληλεγγύης.  Δεν πρέπει να παρεμποδίσομε την παγκοσμιοποίηση σε ό,τι αφορά την οικονομία, αλλά να την ελέγξουμε, να τη ρυθμίσομε, για να περιοριστεί το χάσμα ανάμεσα στις χώρες του Βορρά και του Νότου.  Το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται μπροστά σε μεγάλες θεσμικές, πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές προ-κλήσεις και οι τρεις βασικές ενώσεις Επιτροπή, Συμβούλιο, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσπαθούν να προλάβουν τις εξελί-ξεις.  Το «Ευρώ» απαιτεί περιβάλλον  ισχυρής πολιτικής εμπι-στοσύνης.

  Η κοινή ασφάλεια απαιτεί νέα σχέση με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.  Όμως η οικονομική παγκοσμιοποίηση (Αποστο-λάκη, Λ., 2001) δεν αρκεί για την παγκοσμιοποίηση του ανθρωπιστικού πολιτισμού.  Γι’ αυτό πρέπει να έχομε στοιχειώδεις παγκόσμιους δημοκρατικούς θεσμούς αντίστοιχης εμβέλειας με τις οικονομικές επιδιώξεις, οι οποίοι θα επενδύουν «στο σεβασμό, στη ζωή, στην ελευθερία, στην αναγκαιότητα της αγάπης, στην παιδεία, στις φιλειρηνικές ιδέες και συναισθήματα, στο δίκαιο, που είναι η βάση του δημοκρατικού φιλειρηνικού ήθους» (Τζάνη, Μ.,1986).                                                                    Η νέα περίοδος της παγκοσμιοποίησης επιτρέπει στην Ελλάδα να έχει ένα πρωταγωνιστικό ρόλο, λόγω ιστορίας, ηθι-κής κληρονομιάς και γεωγραφίας.  Κανένα μέρος του πλανήτη δεν έχει τόση γεωοικονομική σημασία.  Είναι το λεγόμενο γεωοικονομικό πλεονέκτημα (Χαραλαμπίδης, Μ., 2000).   Σύμφωνα, όμως, με έρευνα του περιοδικού Foreign Policy σε συνεργασία με το παγκόσμιο συμβούλιο επιχειρηματικής πολιτικής A. T. Kaerney για την κατάταξη του δείκτη παγκο-σμιοποίησης 50 χωρών, η Ελλάδα βρίσκεται περίπου στο μέσον.  Η συντριπτική πλειονότητα των πολιτικών και κοινωνικών μας δυνάμεων πιστεύει στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, καθώς και στις διαδικασίες επιτάχυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και διεύρυνσης, με παράλληλη διατήρηση του ελληνικού μας πολιτισμού.                                                               

4.        Προβληματισμοί για τον πολιτισμό και τον άνθρωπο.    

Ο νομπελίστας της ιατρικής (1980) Jean Dausset πιστεύει πως πρέπει να ξανασκεφτούμε όχι τον πολιτισμό, αλλά τους πολιτισμούς και ονειρεύεται «έναν κόσμο όπου οι πολιτιστικές διαφορές θα συνταυτιστούν με τις αξίες της ανοχής και της αδελφοσύνης».                                                                                   Η Ελένη Αρβελέρ υποστηρίζει ότι πρέπει να μας αποσχο-λήσουν τα ερωτήματα,  αν ο πολιτισμός μπορεί να είναι κλει-στός, αν η θρησκεία είναι πολιτιστικό γεγονός και αν πράγματι είναι, πόσο ανοιχτή οφείλει να είναι και στις άλλες θρησκείες.            O Κarl Popper θεωρεί ότι η πίστη στο λόγο ή ο ανθρω-πισμός έχει το ίδιο δικαίωμα, όπως κάθε άλλο πιστεύω να συμβάλει στη βελτίωση των ανθρώπινων υποθέσεων και ιδιαίτερα στον έλεγχο του διεθνούς εγκλήματος και την εγκαθίδρυση της ειρήνης (Popper, K. R., 1980).                                                         O Konrad Lorenz διαπιστώνει ότι όλα όσα απέκτησε ο άνθρωπος, χάρη στην όλο και βαθύτερη γνώση του για το περιβάλλον, οι πρόοδοι της τεχνολογίας, της χημείας, της ιατρικής, όλα όσα έδειχναν ότι θα μπορούσαν να ελαττώσουν τις ταλαιπωρίες του, τείνουν κατά ένα τρομακτικό και παράδοξο τρόπο να οδηγήσουν την ανθρωπότητα στην καταστροφή της.  Έτσι το ανθρώπινο είδος απειλεί να προκαλέσει την ασφυξία του (Lorenz, K.,1973).Η ερήμωση του φυσικού περιβάλλοντος καταστρέφει όχι μόνο τον εξωτερικό κόσμο, μέσα στον οποίο ζούμε, αλλά και κάθε σεβασμό του ανθρώπου για την ομορφιά και το μεγαλείο μιας πραγματικότητας που μας ξεπερνά,  Η ομορφιά της φύσης και του πολιτισμικού περιβάλλοντος, που δημιουργείται από τον άνθρωπο, είναι και οι δύο αναγκαίες, για την ηθική και πνευματική του υγεία.                                                                 Το χειρότερο είναι ότι εκείνες που δείχνουν ότι πρόκειται να εξαφανιστούν πρώτες είναι οι πιο ευγενείς ιδιότητες και ικανότητες του ανθρώπου, εκείνες που σωστά εκτιμούμε ως ειδικά ανθρώπινες.  Όλοι εμείς που ζούμε στις μεγάλες πόλεις, δεν έχομε ιδέα μέχρι ποιο σημείο μάς λείπει η ειλικρινής αγάπη προς τον πλησίον, αφού μπορεί να συμβαίνουν βιασμοί μέσα στους γεμάτους κόσμο δρόμους, χωρίς κανένας περαστικός να επεμβαίνει (Lorenz, K., 1973).

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των ανθρώπων καταστρέφει τις αξίες, που ο ίδιος δημιούργησε.  Η έχθρα μεταξύ γενεών αποτελεί το σοβαρότερο κίνδυνο, που απειλεί τον πολιτισμό μας.          Η σύγχυση του μέσου με το σκοπό αποτελεί το καταστρεπτικό σφάλμα του ωφελιμισμού.  Το χρήμα είναι μέσον.  Από μόνο του δεν αποτελεί καμιά αξία.  Το ίδιο ισχύει και για το χρόνο.  Ο χρόνος είναι χρήμα, σημαίνει ότι εκείνος που αποδί-δει απόλυτη αξία στο χρήμα, υπολογίζει με τον ίδιο τρόπο, κάθε δευτερόλεπτο του χρόνου, που εξοικονομεί.  Πρέπει να αναρωτηθούμε τι έχει προσβάλει βαθύτερα την ψυχή των σημερινών ανθρώπων: το τυφλό πάθος τους για το χρήμα ή η πυρετική βιασύνη τους ;   Η αγχώδης βιασύνη, το άγχος που βιάζει τη ζωή συμβάλλει στην αποστέρηση του ανθρώπου από τις βαθύτερες ανθρώπινες ιδιότητές του.  Μια από αυτές είναι η σκέψη (Lorenz, K., 1973).

Ο φαύλος κύκλος -αυξημένη παραγωγή- αυξημένες ανάγκες θα επιφέρει αργά ή γρήγορα, μεγάλες ζημιές στην ανθρωπότητα.  Πολύ νωρίς οι άνθρωποι ανακάλυψαν πως μπορούσαν, μ’ έναν πολύπλοκο συνδυασμό των ερεθισμάτων να αυξήσουν το αποτέλεσμα της ευχαρίστησης.  Η ανακάλυψη αυτή, που έγινε σε όλους τους μεγάλους πολιτισμούς, οδήγησε σε αποχαύνωση.   Τα λεγόμενα ΜΜΕ από μέσα μαζικής επικοινωνίας έχουν αναδειχτεί σε μέσα μαζικού επηρεασμού.

Η αυξανόμενη έλλειψη ανοχής απέναντι στις δυσάρεστες εμπειρίες, συνδυαζόμενη με τη μειωμένη ελκυστικότητα τέρψης, κάνει τους ανθρώπους να χάνουν την ικανότητα να εργαστούν σκληρά, με την προοπτική ενός μακρινού αποτελέσματος, που υπόσχεται χαρά.  Όταν φθάνομε στην κορυφή ενός βουνού, στο οποίο ήταν δύσκολο να αναρριχηθούμε, με τους μύες πονεμέ-νους, τα δάκτυλα φαγωμένα από το σκαρφάλωμα, τότε δεν πρόκειται για ευχαρίστηση, αλλά για την πιο μεγάλη χαρά, που μπορεί να φανταστεί κανείς, λέει ο Σούλτσε (Κανάκη-Πρωτό-παπα, Σ., 2001).                                                                       Η αγάπη του νεωτερισμού η «νεοφιλία» αφορά όλες σχεδόν τις σχέσεις με τον εξωτερικό κόσμο.  Είναι η πολιτιστική ασθένεια όπου ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα κουστούμι, ένα αυτοκίνητο, παύουν να μας ενδιαφέρουν, αφού χρησιμοποιηθούν λίγο διάστημα.  Πολλές φορές αυτό συμβαίνει και με το αγαπημένο      πρόσωπο ή φίλο.

5.       Ο ρόλος της Παιδείας.

Συνεχίζοντας την ελληνική μας παράδοση είναι χρήσιμο να διακρίνομε τις κοινές παραδοχές και συναινέσεις, που διαμορφώνονται κάτω από τις νέες συγκυρίες, στα σημεία συνάντησης του σύγχρονου με το παλαιό.  Τα καινούργια δεδομένα όπως η παγκοσμιοποίηση της τεχνολογίας και η ανάδυση της κοινωνίας της γνώσης, κυοφορούν την αμφισβήτηση, συνθέτουν νέες ορίζουσες του εκπαιδευτικού έργου και καθιστούν αδύνατη έστω και τη μεσοπρόθεσμη πρόβλεψη.  Με την τεχνολογία μικραίνουν οι αποστάσεις και ο χρόνος για πληροφόρηση και δράση, κατευθύνεται η ανθρώπινη βούληση, περιορίζεται η προσωπική επαφή.  Οι γνώσεις έχουν ημερομηνία λήξης.  Δίνεται έμφαση σε δεξιότητες, που συνδέονται με τη διαχείριση της γνώσης.          Η μετάθεση του αξιολογικού κριτηρίου στη χρηστικότητα της γνώσης υποβαθμίζει παραδοσιακά ποιοτικά χαρακτηριστικά, ότι π.χ. η γνώση απελευθερώνει στον άνθρωπο έμφυτες ηθικές δυνάμεις και του αποκαλύπτει την αρμονία και το κάλλος που ενυπάρχουν στα πράγματα, προσφέροντάς του με τον τρόπο αυτόν υψηλή αισθητική απόλαυση (Ματθαίου, Δ., 1999). Η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας επηρεάζει καθοριστικά την εκπαίδευση.  Θέλει ενισχυμένη τη θέση των νέων τεχνολογιών και των ξένων γλωσσών.  Ευέλικτη διάρθρωση και διαρκώς βελτιούμενη ποιότητα.  Στη διαμορφούμενη πολυπολιτισμική κοινωνία, με τη μετακίνηση των πληθυσμών, θα διδαχθεί η ελληνική γλώσσα, αλλά και θα υποστηριχτεί η μητρική γλώσσα των μειονοτήτων (Παπάς, Α.,1998).

Είναι αναγκαίο η δημοκρατική κοινωνική διαδικασία να αποβλέπει στην αυτοεπιβεβαίωση, στην αλληλεγγύη, στην ανακαλυπτική μάθηση με προσανατολισμό στο παρόν και στο μέλλον, με σημασία παραδειγματική, με δράση εύκαμπτη και μάθη-ση παραγωγική (Klafki, W.,1987, Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ., 1999).Να διαπιστώνεται η παρούσα κατάσταση (ist wert) του κάθε μαθητή με σκοπό ρύθμισης με στόχους, στρατηγικές, μέσα, προγραμματισμό, μέθοδο με φιλοσοφικό υπόβαθρο και διδακτική ανάλυση, ως απαίτηση να συσχετίζει και να ταξινομεί το περιεχόμενο, να επιτυγχάνει την κατανόηση και να φτάνει το δέον γενέσθαι (soll wert).  αναγνωρίζεται η διδακτική ως η επιστήμη για συστηματική ανάπτυξη στρατηγικών διδασκαλίας και την πραγματοποίηση αυτών με μέσα.  Να πάρουν τη θέση τους στην εκπαιδευτική πράξη και η αυτόματη μετάδοση των πληροφοριών και τα σύγχρονα μέσα της τεχνολογίας (Cube, F v., 1982). Η θεωρία της πληροφορίας στην παιδαγωγική προσφέρει όχι μόνο τρόπους πρόσβασης στη γνώση, αλλά και στρατηγικές στάσεων και δεξιοτήτων.  Τελευταία μάλιστα σε συσχετισμό με τη θεωρία των συμβόλων χρησιμοποιείται και στη διδακτική των μέσων με επιτυχία.  Η κυβερνητική θεωρία της πληροφορίας συνδέεται και με προγραμματισμό συστημάτων, δηλ. τον αυτοματισμό με σκοπό την κατάκτηση ενός στόχου μέσω ενός αυτοκαθοδηγούμενου συστήματος.  Ως προς αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι είναι προτιμότερα τα εν μέρει προγραμματισμένα συστήματα μάθησης,  Η πράξη που οικοδομείται σε επιστημονική βάση χρειάζεται εκπαιδευτικούς ικανούς για διαπραγμάτευση δηλ. να μπορούν να χρησιμοποιούν τις γενικές προτάσεις της παιδαγωγικής επιστήμης όχι μόνο σε κανονικές περιπτώσεις, αλλά και σε καταστάσεις πίεσης.  Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η εξάσκηση μάθησης (Lehr-training).  Είναι ένα αναγκαίο κομμάτι της κριτικής-ορθολογικής παιδαγωγικής επιστήμης (Cube, F.v.,1982).          Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου η παιδεία αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα προβλήματα, η ανασύσταση της σχέσης παιδαγωγικής και φιλοσοφίας γίνεται όλο και πιο επιτακτική, για να βοηθήσει την πρώτη να στραφεί στον ανθρωπολογικό στοχασμό.«Οι μεταβαλλόμενες συνθήκες ζωής, τα μεταβαλλόμενα οράματα και τα αναφυόμενα νέα προβλήματα επιβάλλουν το πρόβλημα της αγωγής να τίθεται και να επανατίθεται από κάθε γενιά και συνεπώς να αναζητείται η εκάστοτε προσφορότερη λύση» (Πολυχρονόπουλος, Π., 1996). Η ελληνική παιδεία κατάφερνε σε όλες τις εποχές και στις πιο δύσκολες να διατηρεί ό,τι καλό από την πολιτιστική μας παράδοση, να δέχεται κριτικά την κουλτούρα των άλλων λαών, μέχρι εκεί που δεν ερχόταν σε αντίθεση με τη δική μας, χωρίς τάσεις ρατσισμού και ξενοφοβίας.  Συνεχίζοντας την ιστορική αυτή παράδοση όλοι οι φορείς, οικογένεια, σχολείο, πολιτεία, κοινωνικό περιβάλλον, εκκλησία, ΜΜΕ, πρέπει να συνεργαστούν, για να υλοποιήσουν τους στόχους της παιδείας επανα-προσδιορισμένους στη νέα πραγματικότητα, όπως η αντιμετώπιση του οικολογικού προβλήματος, η επικοινωνία αντί της απομόνωσης, η ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, η παροχή ίσων ευκαιριών μάθησης, η απόκτηση επιστημονικών και επαγγελματικών γνώσεων, η πρόσβαση στην κοινωνία της πληροφορίας, η υιοθέτηση τάσεων και αξιών, η ένταξη των κοινωνικά αποκλεισμένων, η κατανόηση της ανάγκης μιας διαβίου μάθησης.  Αυτό σημαίνει άριστη εκμάθηση του γλωσσικού μας πλούτου από όσους διαμένουν στην Ελλάδα, και εκμάθηση των γλωσσών των μειονοτήτων από τους εκπαιδευτικούς, που διδάσκουν σε τάξεις υποδοχής.  Είναι δηλ. απαραίτητη η μεταπτυχιακή εκπαίδευση στην παιδαγωγική των αλλοδαπών (Auslaenderpaedagogik).

Γενικός σκοπός, στον οποίο θα αποβλέπουν οι επί μέρους στόχοι στην κοινωνία της παγκοσμιοποίησης ας είναι, με βάση ένα διαφορετικό γλωσσικό και πολιτισμικό υπόβαθρο, να δημιουργηθούν δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των πολιτισμών, που θα βοηθήσουν την  ειρηνική συνύπαρξη όλων στις πολυ-πολιτισμικές κοινωνίες και θα προωθήσουν τη συνεργασία τους στα κοινού ενδιαφέροντος θέματα και στην αναζήτηση λύσεων.  Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα είναι εφικτό «να διαμορφωθούν άνθρωποι ικανοί να αφομοιώνουν τα μηνύματα του διεθνούς πολιτισμού κριτικά και να μπορούν να συμμετέχουν και να επηρεάζουν τον πολιτιστικό χώρο.  Να έρχονται σε επαφή και να γνωρίζουν τα ήθη και τον πολιτισμό των άλλων λαών διατηρώντας ταυτόχρονα την πολιτιστική τους κληρονομιά και τη γλωσσική τους παράδοση» (Εξαρχάκος, Θ., 2000).

5.        Zusammenfassung  

    Die Abhaengigkeit der staatlichen Wirtschaft von dem inter-nationalen Handel, die Entwicklung der Technologie, die moderne Informations- und Verkehrsmitteln, der leichtere Zugang zu dem, mit heftigen Rhythmus, zunehmenden Umfang der Erkenntnissen, die vereinfachte Ein- und Auswanderung und die Erschaffung multikulturellen Gesellschaften sind alle Kennzeichen der Globali-sierung.  Die Globalisierung hat zwei Seiten; die positive und die negative.  Die Einwaende gegen die Globalisierung haben ge-woehnlich nicht wirtschaftlichen, sondern sozialen, ethischen und ueberall kulturellen Charakter, wie die Verauesserung der Werte, der Tradition, der Sprache oder das unkritische Einnehmen anderer Lebensarten.

7.              Βιβλιογραφία.                                                                     

Αποστολάκη, Λ., «το μέλλον της Ευρώπης». Στην : Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία,5/8/2001.                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                        

Εξαρχάκος, Θ.,    «Χαιρετισμός του Προέδρου του Κέντρου   Έρευνας Επιστήμης και Εκπαίδευσης». Στα : Πρακτικά του Β΄ Πανελλήνιου Συνεδρίου. Νέες Τεχνολογίες για την Κοινωνία και τον Πολιτισμό.Αθήνα,2000,σελ.13-14. 

Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ.,Φυσική-επιστημονική σκέψη στη φιλοσοφία της Παιδείας των αρχαίων Ελλήνων. Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα, 1998.

Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ., «Το φιλοσοφικό υπόβαθρο της διαβίου παιδείας. Η αναγκαιότητά της για την αυτοεπιβεβαίωση, αλλά και την επαγγελματική καταξίωση του σύγχρονου ανθρώπου». Στα : Πρακτικά του Θ΄ Διεθνούς Παιδαγωγικού Συνεδρίου.Βόλος,1999,σελ.215-230.             

Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ., «Η παιδαγωγική αντιμετώπιση της επιθετικότητας».  Στο : Σχολείο και Ζωή, τ.10 Οκτώβριος1999,σελ.358-365.

Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ., «Φιλοσοφία επιστήμη ηθική υπό το πρίσμα του κριτικού ορθολογισμού και της βιολογίας της συμπεριφοράς».  Στα : Πρακτικά του Β΄ Πανελλήνιου Συνεδρίου. Νέες Τεχνολογίες για την  Κοινωνία  και τον Πολιτισμό.  Αθήνα 2000. σελ. 426-437.

Κανάκη-Πρωτόπαπα, Σ., «Ευχαρίστηση στην απόδοση». Στο : Κίνητρο τ. 3, Μάιος 2001, σελ. 79-88.

Ματθαίου, Δ. «Παγκοσμιοποίηση, κονωνία της γνώσης και  διαβίου εκπαίδευση.  Οι νέες ορίζουσες  του εκπαιδευτικού έργου». Στα : Πρακτικά του Θ΄ Διεθνούς Παιδαγωγικού Συνεδρίου.Βόλος1999.

Μίχας, Τ.,         «Πόσο παγκοσμιοποιημένη είναι η Ελλάδα».         Ελευθεροτυπία,13/8/2001 .                                                    

Παπάς, Α.,       ΔιαπολιτισμικήΠαιδαγωγική και Διδακτική.Αθήνα,1998. 

Πολυχρονόπουλος, Π.,  «Η σπουδή της φιλοσοφίας της παιδείας στην Ελλάδα».  Στο  :  Ελληνική ΦιλοσοφικήΕπιθεώρηση,τ.13,1995.          

Σιρινελί, Ζ.,   Τα παιδιά του Αλεξάνδρου. Αθήνα, 2001.

Τζάνη, Μ.,    Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης.Αθήνα,1986.

Χαραλαμπίδης, Μ.,Το σχέδιό μας για την Ελλάδα. Αθήνα 2000.

Cube, F. v.,  Kybernetische Grundlagen  des Lernens und Lehrens. Stuttgart, 1982.

Ehrenberg, V.,        Der Staat der Griechen.  Zuerich 1965.

Diels,H./ Kranz, R.,  Die Fragmente der Vorsokratiker. Zuerich,1985.

Gudjons, H.,Teske, R., Winket, R., Didaktische Theorien.Hamburg,1987.

Hoeffe, O.,    Demokratie im Zeitalter der Globalisierung.    Muenchen,1999.

Loernz, K.,   Die acht Todsuenden der zivilisierten    Menscheit.-Muenchen,1973.

Popper, K. R.,        Die offene Gesellschaft und ihre Feinde. Band 1 u. 2 , Tuebingen, 1980.