Η διδασκαλία της Ελληνικής μεταναστευτικής Ιστορίας

στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ως μέσο βιωματικής προσέγγισης και τροποποίησης της στερεοτυπικής στάσης  των μαθητών  έναντι των μειονοτικών και μεταναστευτικών πληθυσμών.

 

 

Του Τσάκαλου Μιχάλη, Ειδικού Παιδαγωγού

Υποψήφιου Διδάκτορα Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

Η μεταβολή του κοινωνικού και εθνοκεντρικού ιστού στη χώρα μας λόγω της σημαντικής εισροής  πολιτικών και οικονομικών  μεταναστών  κατά τις τελευταίες δεκαετίες , όπως ήταν  φυσικό αναθέρμανε και ανατροφοδότησε τον επιστημονικό και τον πολιτικό  προβληματισμό γύρω από το φαινόμενο της μετανάστευσης  σε μια χώρα που κατά κανόνα βρέθηκε απροετοίμαστη τόσο θεσμικά όσο και ιδεολογικά , στην  προοπτική μιας  πολυπολιτισμικής αναδιάρθρωσης .   (1)

Οι έντονες αντιπαραθέσεις , ξεκινούσαν στο ένα άκρο τους, από τις προβλέψεις ότι οι εισρέοντες  πληθυσμοί  είτε ήταν  ομογενείς πολιτικοί πρόσφυγες είτε οικονομικοί μετανάστες,  θα επέφεραν  αναμφίβολα «διάρρηξη του ενιαίου εθνικού και κοινωνικού ιστού» ενώ παράλληλα θα μετέβαλλαν ριζικά  και θα επιδείνωναν τις ήδη εύθραυστες  ισορροπίες στο οικονομικό  και οργανωτικό  επίπεδο. Σημαντικό ρόλο στην στήριξη των απόψεων αυτών έπαιξε η διατεινόμενη συρρίκνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων στα χαμηλά οικονομικά στρώματα , η αύξηση της εγκληματικότητας , ο αθέμιτος επαγγελματικός ανταγωνισμός και η  πιθανότητα του σταδιακού  επαναπροσδιορισμού   των εργατικών δικαιωμάτων και  των διεκδικήσεων από τα οικονομικά κέντρα ελέγχου λόγω της ανεξέλεγκτης αύξησης του εργατικού δυναμικού.

Στην προέκταση  των αντιδράσεων αυτών  μάλιστα κάποιοι κοινωνικοί επιστήμονες ,  υποστήριξαν την άποψη ότι και στην Ελλάδα άρχισε να διαφαίνεται δια μέσου της κοινωνικής αυτής αναταραχής  ένα νεοσύστατο  είδος σωβινισμού με έντονα στοιχεία  ρατσισμού που δεν εκδηλωνόταν τόσο με την μορφή ανωτερότητας των εθνικών  και πολιτιστικών χαρακτηριστικών αλλά στήριζε την ύπαρξη του στην πιθανή διατάραξη της οικονομικής ευημερίας και  των  εν γένει κατακτήσεων των ντόπιων πολιτών . (2)

Οι προβληματισμοί ήταν στην ουσία εμπράγματες και εμπειρικές αναγωγές στις μελέτες που είχαν εκπονηθεί πριν από δεκαετίες, σχετικά με την αντιμετώπιση των μειονοτικών πληθυσμών από τις κυρίαρχες  εθνικές ομάδες  σε Ευρώπη και Η.Π.Α και που ο  J. Habermas αποκαλεί σωβινισμό της ευημερίας   (Chauvinisme du bienetre ). (3).

Όπως και να έχουν τα πράγματα , στα πρώτα στάδια της εισόδου των ξένων πολιτών  στην Ελλάδα ,αναπτύχθηκαν  βασικοί προβληματισμοί και αντιδράσεις που στην συντριπτική τους πλειοψηφία είχαν να κάνουν με τις οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές  και προέβαλαν μια έκδηλη ανησυχία που αφορούσε την ασφάλεια και την κατοχύρωση των ντόπιων πολιτών σε  εθνικό κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.(4)

Στον αντίποδα των απόψεων αυτών βρήκε απήχηση και  ενισχύθηκε ένας  σύγχρονος και φιλελεύθερος  πολιτικός και κοινωνικός λόγος που είχε ως κύριο συστατικό του, την εκδήλωση θετικής στάσης για την εγκατάσταση των πληθυσμών αυτών στη χώρα μας ,προβάλλοντας ποικίλα οικονομικά , πολιτιστικά , θεσμικά και κοινωνιολογικά οφέλη που θα προέκυπταν από την μεταβολή αυτή.

Τα επιχειρήματα αυτά ήταν  προσαρμοσμένα στις θεωρίες  για τα ανθρώπινα δικαιώματα (discourse) και στην αλληλεπίδραση  που ασκούν τα πολιτιστικά και πολιτικά  δεδομένα, και αντιμετώπιζαν την εγκατάσταση των ατόμων αυτών ως μια οικονομική και πολιτιστική επένδυση σε μια ραγδαία μεταβαλλόμενη ελληνική κοινωνία, που απαιτούσε και διεκδικούσε θέση στην  ανάπτυξη κοινών ή εναρμονισμένων μηχανισμών, αποφάσεων και  στόχων στα πλαίσια  των δραστηριοτήτων της Ενωμένης Ευρώπης   (5).

 Οι νέες αυτές ιδεολογικές τάσεις  προέβαλαν ακόμα , στην πιο απλοϊκή τους  έκφραση, τον ιδιαίτερο ψυχισμό  και τις θετικές κοινωνικές  προθέσεις  και στάσεις του Έλληνα πολίτη ο οποίος ως ιστορικά πολύπαθος είχε την ικανότητα και  την ευαισθησία να αντιληφθεί το γεγονός της μετανάστευσης ως βιωματική εμπειρία και σαν αποτέλεσμα πολιτικών , οικονομικών και κοινωνικών αδυναμιών : εν πολλοίς μιας ανυπέρβλητης ανάγκης που οδηγεί στον εκπατρισμό χιλιάδων ατόμων που αναζητούν  μια καλύτερη τύχη.(6)

­­­­­­Στην εξέλιξη του έντονου αυτού  κοινωνικού διαλόγου μεταξύ των άλλων επανεμφανίστηκαν στο προσκήνιο ισχυροποιημένες  απόψεις που είχαν βέβαια την καταγωγή τους σε άλλες  ιστορικές αφετηρίες , παλιές ή σύγχρονες, και  διατεινόταν εκ νέου την ανάγκη κοινωνικής προστασίας της  ενιαίας εθνοκεντρικής  λειτουργίας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην γλωσσική, ιστορική , εθνική , πολιτισμική και θρησκευτική ιδιαιτερότητα και ανωτερότητα της ελληνικής ταυτότητας .(7)

Ταυτόχρονα οι ίδιες ιδεολογίες προσέδιδαν και προσδίδουν επισωρευμένα απαξιωτικά χαρακτηριστικά. στους μετανάστες ,κυρίως λόγω εθνικής καταγωγής και αρνητικού ιστορικού παρελθόντος.(8)

Οι απόψεις αυτές προβαλλόταν κατά κανόνα μέσα από κλειστά και οργανωμένα συντηρητικά σώματα και ομάδες που αισθάνθηκαν την παρουσία των ξένων μεταναστών στη χώρα μας σαν μια απειλή , στο  οργανωμένο και εν πολλοίς ιδεολογικά ελεγχόμενο  εθνικεντρικό σύστημα  και στους βασικούς άξονες που το συντηρούν.

Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις ,  υπήρξε μια συγκαλυμμένη  τακτική εθνικής περιχαράκωσης που  ενισχύθηκε με πάμπολλά μέσα και στήριζε την αποφατική της , στην συμπεριφορά των ξένων μεταναστών και την αρνητική εμπλοκή τους  στις κοινωνικές και οικονομικές διαδικασίες.

Έτσι οι μετανάστες αντιμετωπίστηκαν σαν ένα αμιγές και συμπαγές κοινωνικό σώμα με την ανάπτυξη στερεοτύπων , ενώ παράλληλα τους αποδόθηκαν ιδιαίτερα αρνητικά χαρακτηριστικά που βοηθούσαν την αποπομπή τους από το κατ΄ επίφαση υγιές εθνικό κοινωνικό σώμα. (9).

Κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο, από τη στιγμή που έτσι ή αλλιώς θα ήταν αρκούντως παρακινδυνευμένη η ανοιχτή και απροκάλυπτη  κοινωνική αντίδραση από πληθυσμιακά   σώματα και εθνικές ομάδες που προασπίζονται  με ανθρωπιστικό ή δημοκρατικό προσωπείο την κοινωνική αλήθεια και την ανθρώπινη σύμπνοια στα πλαίσια του σύγχρονου κράτους . (10)

Η νέα κοινωνική σχηματοποίηση που τουλάχιστον την πρώτη περίοδο της εξέλιξής της  φάνηκε να προκαλεί ανοργάνωτες κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις , αναπόφευκτα έφερε στο προσκήνιο  των ζυμώσεων την ελληνική μεταναστευτική εμπειρία και την εν γένει ιστορική της ταυτότητα, διεμβάλλοντας σε πολλές περιπτώσεις αυθαίρετες συγκρίσεις και προσομοιώσεις  που όπως ήταν αναμενόμενο ήταν απροσδιόριστες στο χρόνο και στην ιστορική τους  αιτιότητα . Παρατηρήθηκε λοιπόν  ένας λανθασμένος κοινωνικός και κυρίως ιστορικός επαναπροσδιορισμός και μια σχεδόν  λαογραφική συστηματοποίηση και προβολή  της ελληνικής μεταναστευτικής εμπειρίας ,που είχε ως χαρακτηριστικό της, την  απενοχοποίηση των συνθηκών που την δημιούργησαν , την εξέλιξαν   και την εδραίωσαν.

Στην προσπάθεια αυτή αναπτύχθηκαν και είδαν το φως της δημοσιότητας διάφορες απόψεις προβαλλόμενες κυρίως στον Τύπο και την τηλεόραση, που προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν και σε πολλές περιπτώσεις να προδικάσουν  ( σε πολλές περιπτώσεις ανεύθυνα ) την εξέλιξη της μεταναστευτικής εισροής στη χώρα μας σαν μια καταστροφική  μεταβολή , μεταφέροντας το βάρος της κοινωνικής κριτικής στις συνθήκες λειτουργίας της εθνικής και κοινωνικής τους συσπείρωσης . Δια μέσου της αναγωγής αυτής , ο Έλληνας μετανάστης, άμεσα ή έμμεσα παρουσιάστηκε σαν ο επιτυχημένος μέτοικος που δρα καταλυτικά στους χώρους διασποράς και εγκατάστασης , σαν ένας σύγχρονος Οδυσσέας που όχι μόνο αποφασίζει για την τύχη του αλλά ενισχύει και την εθνική προοπτική και πρακτική όπου και αν βρεθεί .Αντίθετα  ο ξένοι οικονομικοί  μετανάστες που έρχονται  στην Ελλάδα αλλά και οι υπόλοιποι μετανάστες Ελληνικής καταγωγής θεωρήθηκαν και θεωρούνται  υπολείμματα του κοινωνικού μορφώματος των χωρών από τις οποίες προέρχονται και με εγγενείς τάσεις να δημιουργήσουν προβλήματα στην ελληνική κοινωνία και να εκμεταλλευτούν ασύστολα, ίσως με αθέμιτο  ή ακόμα και παράνομο τρόπο τις δυνατότητες που αυτή τους παρέχει. ( 11).

Για τους επιστήμονες στη μελέτη του φαινομένου   της μετανάστευσης , βέβαια, έγινε εύκολα αντιληπτό ότι η κοινωνική πραγματικότητα , οι αντιδράσεις και οι νέες εθνοκεντρικές συσπειρώσεις τόσο μιας μεγάλης μερίδας του εθνικού σώματος όσο και  της ψυχοκοινωνικής συμπεριφοράς των ίδιων των μεταναστών «αντέγραφαν» κατά τρόπο τινά την ιστορική  εξέλιξη σημαντικών και πολυπληθών  μεταναστευτικών ρευμάτων από τις ασθενέστερες οικονομικά κοινωνίες προς τις πλέον εύρωστες  από τις αρχές του αιώνα μέχρι τα σήμερα.(12)

Έτσι αναπτύχθηκε  μια επιστημονική προσπάθεια ώστε  να ερμηνευθεί αλλά και  εν πολλοίς να διαγνωστεί το φαινόμενο της μετατροπής της ελληνικής κοινωνίας σε χώρο υποδοχής οικονομικών κυρίως μεταναστών δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στα προβλήματα που τυχόν θα προέκυπταν αλλά και στην διάγνωση της κοινωνικής συνεύρεσης του κυρίαρχου εθνικού σώματος με τις ομάδες αυτές . Παρά τις εύκολα αναγνωρίσιμες ιδιαιτερότητες του ελληνικού εθνικού κοινωνικού μοντέλου, σημαντικά εργαλεία προσέγγισης  και ερμηνείας του φαινομένου αποτέλεσαν οι έρευνες και οι κατευθυντήριες γραμμές της σχολής του Σικάγου και ειδικότερα οι εργασίες των Thomas και Znianiecki. (13).

Οι μελέτες αυτές αν και είδαν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας την δεκαετία του 1930,και αφορούσαν στην συντριπτική τους πλειοψηφία την εγκατάσταση Πολωνών οικονομικών μεταναστών στις Η.Π.Α,  σε μια περίοδο που η χώρα αυτή δεχόταν ένα τεράστιο πολυπολιτισμικό μεταναστευτικό ρεύμα,  , είναι σε θέση να ερμηνεύσουν μια σειρά από αντιδράσεις  και  κοινωνικά φαινόμενα που συνοδεύουν την συνεύρεση του αυτόχθονα πληθυσμού με μεταναστευτικές  ομάδες.(14)

Σε αντίθεση με άλλες κοινωνιολογικές θεωρίες η σχολή του Σικάγου και το συγκεκριμένο ερευνητικό έργο ,άρχισε να ενδιαφέρεται και να μελετά τις συνθήκες πολιτισμικής και κοινωνικής ενσωμάτωσης υιοθετώντας την θεωρία του κοινωνικού και πολιτιστικού εξελικτισμού (evolutionisme culturel) που προασπίζεται το δικαίωμα αλλά και τη δυνατότητα συνεύρεσης πληθυσμών που προβάλλουν διαφορετικές αξίες και διαφορετικά εθνικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά και που έχουν κοινά ή διαφορετικά κίνητρα και αφετηρίες εγκατάστασης και διαμονής σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή.(14).

Μάλιστα οι θεωρίες αυτές που ήταν πολύ πρωτοποριακές για την εποχή δεν δίστασαν να χαρακτηρίσουν  την  ανάπτυξη της κοινωνικής αυτής συνάντησης σαν μια «πολιτισμική σύγκρουση» που καταλήγει στην αλληλεπίδραση, μεταξύ των υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων εμπλέκοντας σε μεγάλο βαθμό εκτός από τις πρακτικές διαστάσεις της , την ιδεολογία και τα ιδιαίτερα πολιτιστικά ,θρησκευτικά, εθνικά και φυλετικά χαρακτηριστικά. σαν βασικά κριτήρια επαναπροσδιορισμού και επανατροφοδότησης της δυναμικής του κοινωνικού σώματος.

Επιπλέον σε  αυτή την πρώιμη φάση της έρευνας  δόθηκε τεράστια βαρύτητα στον ρόλο που διαδραματίζει  η εκπαίδευση δια μέσου των ιδεολογικών και λειτουργικών κατευθύνσεών  της στην κοινωνική, συνειδησιακή, και  διανοητική επεξεργασία της πολιτιστικής συνάντησης, ιδιαίτερα μάλιστα μετά από την κοινή αναγνώριση ότι η μετανάσταση σε γενικές γραμμές αποτελεί ένα γεγονός που εξελλίσσεται αργά τροποποιώντας σταδιακά τις πολιτισμικές κατευθύνσεις  και αποτελεί δομή που εξελίσσεται δια μέσου πολλαπλών παραγόντων και επιδράσεων κοινωνικής αγωγιμότητας. (15)

Η εξέλιξη της έρευνας των ραγδαίων κοινωνικών μεταβολών και της πληθυσμιακής ανασύστασης οδήγησε στην εκτίμηση ότι ο εκπαιδευτικός μηχανισμός και η Παιδεία εν γένει, είναι σε θέση να καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις παραμέτρους της συνύπαρξης αυτής αλλά και να την κατευθύνει.

Η άποψη αυτή στηρίχτηκε κατά κανόνα στην εκτίμηση της δυνατότητας που έχει το Σχολείο ως  κοινωνικός μηχανισμός να αναπαραγάγει συμβολιστικές και φαντασιακές  δομές για την έννοια του έθνους και των χαρακτηριστικών που το στηρίζουν. Η αισθητοποίηση αυτή που αποτελεί γνώρισμα των ιδεολογικών μηχανισμών που προβάλλονται στην εκπαίδευση  στηρίζεται στην ιστορική και κοινωνική υπέρβαση και σε πολλές περιπτώσεις στην ιστορική καταστρατήγηση.

Δεν θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε ότι η δομή και η λειτουργία της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης  και γενικά ο τρόπος εκπαιδευτικής αντιμετώπισης των μειονοτικών πληθυσμών  είναι σε θέση να προσδιορίσει με ακρίβεια την πολιτική που αναπτύσσει το κράτος  για τους πληθυσμούς με διαφορετική εθνική καταγωγή.

Στις προοπτικές αυτές και στην Ελλάδα , η επιτακτική ανάγκη δημιουργίας μηχανισμών κοινωνικής και θεσμικής αγωγιμότητας και προσαρμογής  των πληθυσμών αυτών ,συμπαρέσυρε –και- τον εκπαιδευτικό μηχανισμό της χώρας μας  ,σχετικά πρώιμα , σε  κρίσιμες αναζητήσεις και ζυμώσεις στις οποίες  καταγράφηκε για πρώτη φορά η έντονη ανάγκη για την σύσταση και την λειτουργία εκπαιδευτικής πολιτικής για τους αλλοδαπούς σχολικής ηλικίας. (16)

Η ανάγκες αυτές κατά κανόνα προήλθαν από την τάση εξισορρόπησης του νέου πολυπολιτισμικού  κοινωνικού μορφώματος με την εισαγωγή από την μια πλευρά δοκιμασμένων και αποδοτικών λύσεων ,ενώ  από την άλλη σκιαγραφήθηκε η ανάγκη για μεταβολή και επαναπροσδιορισμό  των ιδεοσκεπτικών αντιλήψεων, στάσεων  και κινήτρων του χαρακτηριζόμενου ως «εθνικού σχολείου» που είναι προσαρμοσμένο σε αρχές   πλειονοτικής εκπαίδευσης. (17)

Σκοπός των προβληματισμών αυτών ήταν η ανάπτυξη μιας ευρύτερης λειτουργικής εκπαιδευτικής συμμετοχής  με σύγχρονες  παιδαγωγικές κατευθύνσεις που είναι εναρμονισμένες και προσαρμοσμένες στις ανάγκες και τα αξιώματα  της ενεργά μεταβαλλόμενης κοινωνίας. (18)

Η αναγνώριση της μεταβολής αυτής οδηγεί , ως ένα βαθμό,  στην τροποποίηση της ιεράρχησης των ιδεολογικών εθνικών κριτηρίων και την ανάδειξη νέων μοντέλων προσέγγισης και εστίασης με γνώμονα την ευρύτερη πολιτιστική συμμετοχή και την  αξιολόγηση της.

Έτσι ήταν λογικό να αναπτυχθεί , τακτικά με ιδεολογικά και λειτουργικά προσκόμματα , ένα υποτυπώδες σύστημα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης με πολύ έντονα την επίδραση του αφομοιωτικού μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας  που (και) στην εκπαίδευση είναι γνωστό ως meltingpot system .(19)

Παρά τις σημαντικότατες αντιρρήσεις για την εφαρμογή του μοντέλου αυτού , που στην ουσία προέβλεπε  την άμεση συνύπαρξη και συνεκπαίδευση αλλοδαπών  μαθητών σε κοινά  Εθνικά Σχολεία με τα ίδια κριτήρια και τις ίδιες μεθόδους, η εκπαίδευση αλλοδαπών μαθητών στην Ελλάδα μέχρι τα σήμερα λειτουργεί με αυτές τις μορφές εκπαιδευτικής ένταξης.

Παρατηρήθηκε λοιπόν εκ των πραγμάτων μεγάλη συγκέντρωση αλλοδαπών μαθητών σε  Σχολεία  συγκεκριμένων περιοχών λόγω της ανάγκης του εθνοκεντρικού   σχηματισμού των μεταναστευτικών ομάδων και  του χαμηλού κόστους διαβίωσης και διαμονής σε αυτές που έτσι ή αλλιώς παρουσίαζαν χαρακτηριστικά υποβάθμισης. Η παράλληλη μείωση του δυναμικού  των   Έλληνων  μαθητών  λόγω της υπογεννητικότητας και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου οδήγησε σε μια άτυπη αλλά σταθερή μετατροπή των Σχολείων αυτών σε διαπολιτισμικά που όμως εξακολουθούν όπως είναι λογικό να παρέχουν εκπαίδευση με σύσταση  και με σύστημα που είναι προσαρμοσμένο για την εκπαίδευση ελληνοπαίδων .

Οι λόγοι μιας τέτοιας τακτικής εκτός από την ιδεολογική της εκπόρευση  εμπεριείχε σε μεγάλο βαθμό και την αδυναμία του συστήματος να  αναπτύξει ειδική εκπαιδευτική πολιτική προσαρμοσμένη στις ανάγκες των αλλοδαπών μαθητών , να εφαρμόσει έστω και πιλοτικά σύγχρονα μοντέλα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης με την εφαρμογή χωρικών και λειτουργικών μοντέλων ένταξης  αλλά και να εδραιώσει  ένα επιτυχημένο θεσμικό πλαίσιο εκπαιδευτικών μηχανισμών και συστημάτων.

Η έκταση και ο βαθμός της πληθυσμιακής  μετατροπής των σχολείων αυτών σε διαπολιτισμικά  ενίσχυσε  κατά πολύ τις αρνητικές αντιδράσεις από την πλευρά του ελληνικού πληθυσμού των περιοχών αυτών ενάντια στους αλλοδαπούς μαθητές και στις οικογένειές τους , γιατί ‘φάνηκε’ ότι εκτός από άλλους νευραλγικούς ή μη  κοινωνικούς χώρους υπήρξε ουσιαστικός παρεμβατισμός και εν πολλοίς «καταστρατήγηση»   του εκπαιδευτικού τομέα από αλλοδαπούς, που έτσι ή αλλιώς αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη και καχυποψία.

Θα πρέπει  εδώ να επισημανθεί ότι οι σύγχρονες έρευνες της κοινωνιολογίας του διαπολιτισμού  καταδεικνύουν ότι η διαδικασία ενσωμάτωσης των ενήλικων μεταναστών κατ’ ανάγκη διέρχεται μέσα από την συνθήκη της εργασιακής προσαρμογής , ενώ για τους ανήλικούς μετανάστες κυρίαρχο σημείο αναφοράς αποτελεί η εκπαίδευση  που θα δεχτούν στους χώρους υποδοχής. (20)

Παρά τα αργά βήματα της διαπολιτισμικής εκπαιδευτικής πολιτικής με την δημιουργία αμιγών διαπολιτισμικών σχολείων και την  εδραίωση τάσεων που απέβλεπαν και αποβλέπουν στην διατήρηση ή την απώλεια των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων ,  φάνηκε ότι  ένα ολοκληρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να επεμβαίνει  και να αποσβήνει   κατά το δυνατόν την ανάπτυξη αρνητικών κοινωνικών αντιδράσεων από την πλευρά των μαθητών  με την εισαγωγή καινοτόμων και λειτουργικών εκπαιδευτικών project .

Στην περίπτωση αυτή  κατά την άποψή μας, η μεθοδολογικά και οργανωτικά ανεπτυγμένη ελληνική εμπειρία της μετανάστευσης ως διδακτικό αντικείμενο ,μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην άρση της ανάπτυξης ρατσιστικών στερεοτύπων και προκαταλήψεων των Ελλήνων μαθητών .

Μάλιστα προς αυτή την κατεύθυνση κατά το παρελθόν έχουν μελετηθεί και παρουσιαστεί  ειδικά project (21) για την ελληνική μετανάστευση που σκοπό έχουν να αναπτύξουν ένα ειδικό σχεδιασμό παρέμβασης με έντονα στοιχεία ιδεολογικού και  βιωματικού (22) παραλληλισμού της ελληνικής μεταναστευτικής εμπειρίας όπως αυτή είναι καταγεγραμμένη με διάφορα μέσα ώστε να προσεγγιστεί  και να αναγνωριστεί με σαφήνεια και υπεθυνότητα η κατάσταση και η συμπεριφορά των ξένων μεταναστών στην Ελλάδα.

Είναι πρόδηλο ότι μια τέτοια παιδαγωγική και διδακτική ανάπτυξη αποτελεί το ίδιο ισχυρή παρεμβατική δομή στην εδραίωση κλίματος εμπιστοσύνης και αλληλοαποδοχής με αυτή της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης  και προσβλέπει στην ανάπτυξη ίσων κοινωνικών, πολιτικών  και  πολιτιστικών ευκαιριών.

Στην ουσία η μέθοδος αυτή δεν αποτελεί μια καινοτόμος  παιδαγωγική στρατηγική μιας και είναι γνωστό ότι έχει εφαρμοστεί κατά κανόνα στην επίτευξη της βιωματικής  εγγύτητας στις επιστήμες της Ιστορίας και της Κοινωνικοπολιτικής Αγωγής .(23)

Η διδακτική αυτή μέθοδος που μπορεί να υποστηριχθεί από γνωστικές θεωρίες που προβλέπουν την ανάπτυξη βιωματικής μάθησης στα ιστορικά και κοινωνικά φαινόμενα  και τις μεταβολές τους , προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό την συστηματική εμπλοκή και τον ερευνητικό  προγραμματισμό  ενός πολυδύναμου διδακτικού μοντέλου από την πλευρά του εκπαιδευτικού  και του  σχολικού συστήματος προγραμματισμού .

Με την εισήγηση αυτή προτείνεται η  χρησιμοποίηση ένος επιτυχημένου, σύγχρονου και δοκιμασμένου εκπαιδευτικού μέσου, όπως αυτό της γνωστικής και βιωματικής εκπαίδευσης  στην επίτευξη μιας αντικειμενικής  προσέγγισης της ελληνικής  μεταναστευτικής ιστορίας με την χρήση σύγχρονων μεθόδων ψυχοκοινωνικής παρέμβασης ώστε το σχολείο να αποτελέσει μέσο άρσης στην ανάπτυξη στερεοτυπικών , ξενοφοβικών και ρατσιστικών αντιλήψεων και αντιδράσεων από τους μαθητές του Ελληνικού σχολείου με παράλληλες βιωματικές και γνωστικές προσεγγίσεις.(24)

Η ανάπτυξη διδακτικών δομών της «οικογενειακής ιστορίας» με την συνεπικούριση  όλων σχεδόν των μαθημάτων του Σχολείου, η δημιουργία Τράπεζας πληροφοριών και σχολικού Μουσείου, η επαφή με Έλληνες μετανάστες είτε στα όρια της τοπικής κοινωνίας είτε  δια μέσου του  Internet  με  οργανώσεις της ομογένειας , η ανάπτυξη ομαδοκεντρικής συνεργασίας  με αλλοδαπούς μαθητές που φοιτούν στο ίδιο  σχολείο, η ανάπτυξη συνθηκών συνεργασίας προκειμένου να αποκωδικοποιηθούν και να ενισχυθούν οι παράγοντες και τα κίνητρα συνεργασίας μεταξύ των μαθητών ανεξάρτητα από την προέλευσή τους, πιθανά θα εξασφαλίσει συνθήκες εξοικείωσης, κοινωνικής αποδοχής και ωρίμανσης  των μαθητών με διαφορετικές πολιτιστικές και εθνικές αφετηρίες.(24).

 

 

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

 

 

(1). Λίνα Βεντούρα , Μετανάστευση  και  έθνος ,μετασχηματισμοί  στις Συλλογικότητες  και τις κοινωνικές θέσεις. Θεωρία και μελέτες ιστορίας, Μνήμων 1994. Σελ 14-47

(2). Για τις έννοιες  του εθνικού σώματος και της κοινωνικής ομοιογένειας βλέπε : Βέικος Θ., Εθνικισμός και εθνική Ταυτότητα, Αθήνα 1993, Βερέμης Θ. κ.α , Εθνική ταυτότητα  και Εθνικισμός στην Νεώτερη Ελλάδα. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, Αθήνα 1997. Βρύζας Κ. Παγκόσμια Επικοινωνία και πολιτιστικές ταυτότητες, Gutemberg, Αθήνα 1997. Hobsbaum E.J. Έθνη και εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα . Καρδαμίτσας. Αθήνα 1994.Τσαούσης Δ .Ελληνισμός- Ελληνικότητα, Εστία, Αθήνα 1983. Μπαλιμπάρ –Βαλερστάιν Ε.. Φυλή, Έθνος, Τάξη. Οι διφορούμενες ταυτότητες. Ο Πολίτης. Αθήνα 1991. Κοροβίνης Β - Ζιάκας  Θ. Αναζητώντας μια θεωρία για το έθνος. Εκάτη. Αθήνα.

(3). J. Habermas , ‘Immigration et chauvinisme du bien-etre . La Revue Nouvelle, XVC, 11, 19992.

(4).Μάρκου Γιώργος, Η πολυπολιτισμικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Η διαδικασία διεθνοποίησης και η αναγκαιότητα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Αθήνα . Γ.Γ.Λ.Ε, 1996.

(5) M.M Kritz, C.B Keeley. Global trends in migration. Theory and research on international population movements, Steten Island, New York, Center for Migration Studies.

 W.I. Thomas –F Znaniecki, The Polish peasant in  Europe and America, Urbana-Chicago, University of Illinois Press, 1918-1920.

(6)Τ. Καραϊσκάκης: Οι Έλληνες είμαστε ή δεν είμαστε ρατσιστές. Εφημερίδα Καθημερινή. Σελίδα 22. Για το ίδιο θέμα βλέπε :Αντί .Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική Επιθεώρηση. «Φάκελος: Οι  ξένοι στην Ελλάδα , τεύχος 625, 3 Ιανουαρίου 1997. Σελ. 11-29. Δώδος Δ . και άλλοι:Ξενοφοβία και ρατσισμός στην Ελλάδα 1988-1992 : Μια συγκριτική προσέγγιση και ορισμένες υποθέσεις με βάση τα δεδομένα του ευρωβαρόμετρου. Στο Η. Κατσούλης: Δια στάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα. Τόμος  Β΄. Αθήνα 1996.

Thorsten Selin : Culture conflict and Delinquency. 1938 Reprint series in Criminology, Low Enforcement and social Problems. New York , 1931.

 (7)Νικολόπουλος Φ. Η κουλτούρα των συγκλίσεων στο χώρο της Κοινωνιολογικής Θεωρίας και ο Κίνδυνος της Ακύρωσης του Ριζοσπαστικού Κοινωνιολογικού Λόγου. Ανοικτό θέμα 3. Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο: κοινωνικές εξελίξεις στη Σύγχρονη Ελλάδα και Ευρώπη. Πάντειο Πανεπιστήμιο. Μάιος 2001.

(8).A.H Richmond, Immigration and ethhic conflict, London, Macmillan , 1988.Gonzalez N.L , McCommon C.S, Conflict, migration, and the expression of ethnicity.Boulder Conn. Westview Press 1999.Πετρινιώτη Ξανθή, Η μετανάστευση προς την Ελλάδα. Οδυσσέας 1993.Pistoi Paolo, Εθνική ταυτότητα και πολιτική κινητοποίηση.Αθήνα, Λεβιάθαν.1991.

(9) M . Gordon. Assimilation , the role of  race , religion and national origins. New York. Oxford University  press.1964.

(10). Η θεωρία της διασποράς και της μετανάστευσης. Εννοιολογική αποσαφήνιση και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Ελληνισμός της Διασποράς. Προβλήματα και προοπτικές. Διεθνές Επιστημονικό Συμπόσιο. Νέα Σύνορα.1998.

(11). Για τις έντονες αντιπαραθέσεις στον Τύπο σχετικά με τις σύγκριση της ελληνικής μετανάστευσης στον 20ο αιώνα με την εισροή ξένων εργατών στην Ελλάδα βλέπε: Ελεύθερος Τύπος 23.3.1998. Περιοδικό Παρόν, 29.3.1998. Εφημ. Βραδυνή.6.4.1998. Αδέσμευτος 29.3.1998. Ελεύθερος Τύπος 29.3.1998. Πολιτικά Θέματα. Γιάννης Βούλτεψης.  3.4.1998. Ελεύθερος Τύπος. Νίκος Αγγελής.3.4.1998.Ελληνικές Γραμμές Μάιος 1998. Εφημ. Ελευθεροτυπία. Οι Έλληνες σπέρνουν τον τρόμο στην Νέα Υόρκη. Άρθρα στον Ιό της Κυριακής. 21.3, 28,3, 11.4.1998.Ακόμα ,Καρύδης Β. Η εγκληματικότητα Μεταναστών στην Ελλάδα. Εκδ. Παπαζήση, 1996. Ψημμένος Ιορδάνης. Η εγκληματικότητα των μεταναστών στην Ελλάδα. Ζητήματα θεωρίας της αντιεγκληματικής πολιτικής.

(12).Εκμε-Πουλοπούλου Ήρα , Μετανάστες και Πρόσφυγες στην Ελλάδα. 1970-1990. Περιοδικό Εκλογή 1990, αρ. 85-86.Ε.Κ.Κ.Ε. Διαστάσεις του κοινωνικού Αποκλεισμού στην Ελλάδα. Τόμοι Α΄, Β΄. Καραντινός Δ κ.α. Αθήνα 1996. Μουσούρου Λ. Μετανάστευση και Μεταναστευτική Πολιτική στην Ελλάδα και την Ευρώπη.Gutenberg. Αθήνα. 1993.

(13).W.I Thomas – F. Znaniecki, The Polish  peasant  in Europe and America. Urbana –Chicago .University of Illinois Press.1984.

(14).Βέικος Θ. Ο κόσμος σε διασπορά. Ελληνικά Γράμματα. Αθήνα 1996. N. Glazer, D. P. Moyniham. Beyond  the melting-pot .Harvard University Press.1963. Ignacio Ramonet.Κοινωνικός αποκλεισμός .Το μέγα έγκλημα της εποχής μας. Le monde Diplomatique . Αφιέρωμα Η μάστιγα  του κοινωνικού Αποκλεισμού. Τεύχος 6. Στο ίδιο,

(15) D . Bell. Ethnicity  and social change. Στο Ethnicity theory and experience. Harvard University press. 1975. Σελ. 245.

Ural Manco , Το αβέβαιο μέλλον των μεταναστευτικών Κοινοτήτων , σελ 41-43.

16.Γεωργογιάννης Π. Θέματα Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης.Gutenberg. Αθήνα 1996.Δαμανάκης Μ. Η εκπαίδευση των Παλλινοστούντων και Αλλοδαπών μαθητών στην Ελλάδα.Gutenberg.1997.Δαμανάκης Μ. Μετανάστευση και Εκπαίδευση. Gutenberg. Αθήνα 1987.Ζαμπέτα Ε. Η  εκπαιδευτική πολιτική στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Θεμέλιο. Αθήνα 1994.Μάρκου Γ. 1. Εισαγωγή στην Διαπολιτισμική Εκπαίδευση.2. Προσεγγίσεις της Πολυπολιτισμικότητας και η διαπολιτισμική εκπαίδευση  και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Παναγιωτίδη Ν. Το μειονοτικό εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας.

17. Σπύρος Μοσχονάς.. Η Ρητορική της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης. Ιδέες. Εφημερίδα Καθημερινή. Σελ 5324 Ιουνίου 2001.

(18).Φραγκουδάκη Άννα –Δραγώνα Θ.Τι είναι η πατρίδα μας; Εθνοκεντρισμός στην εκπαίδευση. 1997. Τέρπου Βίκτορα .Εκπαίδευση και διαπολιτισμική επικοινωνία. Γκότοβος Α. Απόκλιση και Παρέμβαση στη Εκπαίδευση. Σύγχρονη Εκπαίδευση. Αθήνα 1998.Αλεξίου Θ. Περιθωριοποίηση και Ενσωμάτωση.Παπαζήση. Αθήνα 1998.

19.Αζιζι Καλατζή Α. Προκαταλήψεις και στερεότυπα. Δημιουργία και αντιμετώπιση. Γ.Γ.Λ.Ε.1996 Γκόφμαν Ε.Συναντήσεις. Δυο μελέτες στην κοινωνιολογία της αλληλεπίδρασης. Μετάφραση Δ Μακρυνιώτη. Αλεξάνδρεια.Αθήνα 1996.

20.Kritz M., M. Keely c. b. Global trents in migration. Theory and research on international population movements. New York. Center for migration studies .1881. Michael Parfit. Human immigration. National Geographic society.Τόμος 1.Οκτώμβριος 1998.

21.Μποράβου Β., Ταβαρέλη Σ., Τρώντσιου Ε. Η ελληνική Μετανάστευση στις Η.Π.Α. Virtual School. The sciences of education Online  www.auth.gr/virtualschool/1/2/praxis/BoravouProject.html. 

Frey K.. Η μέθοδος project . Μια μορφή συλλογικής εργασίας στο σχολείο ως θεωρία και Πράξη. Εκδ. Κυριακίδη.

22.Χρυσαφίδης Κ. Βιωματική-Επικοινωνιακή Διαδικασία Αγωγής.Gutenberg. Αθήνα 1996.

23.Γ. Ν. Λεοντσίνης. Διδακτική της Ιστορίας – γενική , τοπική και περιβαλλοντική εκπαίδευση. Γ.Ν. Λεοντσίνης: Οικογενειακή ιστορία και η Διδακτική της στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Σημειώσεις για τους μετεκπαιδευόμενους δασκάλους του Μ.Δ.Δ.Ε. Αθήνα 1999.

Παπαμιχαήλ Ι. Μάθηση και κοινωνία. Η εκπαίδευση στις θεωρίες της γνωστικής ανάπτυξης. Οδυσσέας. Αθήνα.1998. Χρυσαφίδης Κ. Βιωματική- επικοινωνιακή διδασκαλία. Η εισαγωγή της μεθόδου project στα σχολεία. Gutenberg.Αθήνα.1994. Unesco, International Institute for education planning (magnen andre) . Educational projects . Unesco. Paris 1991. Ξωχέλης Π. Το εκπαιδευτικό έργο ως κοινωνικός ρόλος. Κυριακίδης. Αθήνα 1984. Σχολή Ι.Μ . Παναγιωτόπουλου : Η συνθετική δημιουργική εργασία στο σχολικό πρόγραμμα. Αθήνα 1997. Αντωνιάδης Λ.Μελέτες-έρευνες μαθητών (projects) στο μάθημα της Ιστορίας. Νέα Παιδεία, τόμος 21.Σελ 175-181.

24.Παπαδόπουλου Δ.(Επιμ.)  Εκπαίδευση για την ειρήνη και τα δικαιώματα του ανθρώπου. Θεσσαλονίκη 1990. Αργυράκη Φ, et al.Η στάση των παιδιών απέναντι στο διαφορετικό. Επιθεώρηση κοινωνικών ερευνών. Δαμανάκης Μ. Ενδογενείς ή εξωγενείς δυσκολίες κατά την παραγωγή ενός διαπολιτισμικά προσανατολισμένου υλικού. Τα εκπαιδευτικά, τόμος 43.1997. Δραγώνα Θ- Φραγκουδάκη Α. Ένα πολυεπίπεδο πρόγραμμα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Αθήνα 1996. Χατζηνικολάου Β. Ζωή και μάθηση στην πολυπολιτισμική κοινωνία.Τα εκπαιδευτικά . Τεύχος 21.1989.